Περαιτέρω μείωση τιμών στο ελαιόλαδο προβλέπεται από το φθινόπωρο καθώς οι εκτιμήσεις για την επόμενη σοδειά που ξεκινά τον Νοέμβριο να είναι καλές. Αν, λοιπόν, δεν σημειωθεί κάποιο ακραίο καιρικό φαινόμενο, τότε η κρίση του ελαιολάδου ενδεχομένως να φτάσει στο τέλος της τόσο στην Ελλάδα όσο και σε γειτονικές μεσογειακές χώρες, όπως η Ισπανία όπου η παραγωγή προβλέπεται να είναι πάνω από 1εκατ. τόνοι, από 700.000 τόνους πέρσι
«Πέρσι είχαμε περίπου 150.000 τόνους, φέτος ευελπιστούμε να ξεπεράσουμε τους 200.000 αν και ακόμη είναι νωρίς για να μιλήσουμε με σιγουριά», σημειώνει στην «Κ» ο Γιώργος Οικονόμου, γενικός διευθυντής του Συνδέσμου Ελληνικών Βιωμηχανιών Τυποποίησεως Ελαιολάδου.
Από το ιστορικά υψηλό 9,5 ευρώ/λίτρο πριν το καλοκαίρι, τώρα τα εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα πωλούνται από τους παραγωγούς 7 ευρώ το λίτρο.
Με αρκετούς παραγωγούς να εκτιμούν πως η τιμή μπορεί να πέσει και 6 ευρώ/λίτρο το επόμενο διάστημα, το ερώτημα είναι πώς θα διαμορφωθούν οι παράγοντες που θα επηρεάσουν τη ζήτηση και τη προσφορά.
Μειωμένη κατά 40% η κατανάλωση
Στην εξίσωση μπαίνει άλλωστε και η αλλαγή στις συνήθειες του κοινού ως επακόλουθο των υψηλών τιμών που είχε ως αποτέλεσμα η κατανάλωση ελαιολάδου να μειωθεί παγκοσμίως κατά 40%, σύμφωνα με τον Μανώλη Γιαννούλη, πρόεδρο της Εθνικής Διαπραγματευτικής Οργάνωσης Ελαιόλαδου.
«Η τάση αυτή δεν θα αναστραφεί από τη μία στιγμή στην άλλη. Αν δηλαδή κάποιος έβαζε 50 γραμμάρια στη σαλάτα του και πλέον βάζει 30, δεν θα επιστρέψει κατευθείαν στη παλιά του συνήθεια» σημειώνει ο κ. Γιαννούλης προσθέτοντας πως ναι μεν η μείωση της τιμής του προϊόντος είναι φυσικό επακόλουθο εφόσον αυξάνεται η παραγωγή, αλλά η επαναφορά του καταναλωτή στις προηγούμενες συνήθειες απαιτεί χρόνο.
«Η αγωνία δεν είναι η επάρκεια προϊόντος, τι θα βάλουμε στα μπουκάλια μας δηλαδή, όπως ήταν πέρσι. Φέτος η αγωνία είναι αν θα πωληθεί το προϊόν. Οσο το προϊόν δεν θα πωλείται, θα υπάρχει περαιτέρω μείωση τιμής, απώλειες για εμπλεκόμενους και συμφέρον για τον καταναλωτή», εκτιμά ο κ. Γιαννούλης.
Αντιστροφή ρόλων
Το σίγουρο είναι πως η μείωση των τιμών αλλά και οι εκτιμήσεις για μία καλή παραγωγή θα αλλάξει τους ρόλους μεταξύ αγοραστών και πωλητών, καθώς σύμφωνα με τον κ. Γιαννούλη «την προηγούμενη διετία, οι αγοραστές ζητούσαν από τους παραγωγούς εναγωνίως λάδι, ενώ από την πλευρά τους οι πωλητές ανέμεναν μέχρι να αυξηθούν κι άλλο οι τιμές. Τώρα στόχος των πωλητών είναι να πουλήσουν πριν πέσει περαιτέρω η τιμή, ενώ οι αγοραστές θα αναμένουν για φθηνότερο προϊόν».
Σε κάθε περίπτωση οι δύο μήνες που μεσολαβούν μέχρι τη φετινή συγκομιδή είναι κρίσιμοι καθώς ήδη σύμφωνα με τον κ. Οικονόμου η ανομβρία σε Κρήτη και Πελοπόννησο που είναι το 50% της συνολικής παραγωγής ελαιολάδου αποτελεί έναν ορατό κίνδυνο.
Ασύμφορες καλλιέργειες
Μιλώντας στην «Κ» ο Αντιπρόεδρος του Αγροτικού Συνεταιρισμού Μολάων – Πακίων, Ηλίας Σταθάκης, θεωρεί πως η σοδιά του δεν θα έχει μεγάλη διαφορά με πέρσι εξαιτίας του καύσωνα και της έλλειψης νερού.
«Στην περσινή σοδειά παράγαμε 300 τόνους ελαιόλαδο, φέτος εκτιμούμε πως θα κυμανθούμε γύρω στους 400 τόνους, ενώ πριν την κρίση του ελαιολάδου βγάζαμε 700 τόνους το χρόνο. Ωστόσο για ακόμη μία φορά φαίνεται πως η τοπική ποικιλία δεν “προχώρησε” όπως έπρεπε εξαιτίας της έλλειψης βροχοπτώσεων και των παρατεταμένων καυσώνων», σημειώνει ο ελαιοπαραγωγός.
Βλέποντας τις τιμές να πέφτουν, το πότισμα να διπλασιάζεται σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια και τα μεροκάματα για για ελαιοκομιδή να αυξάνονται, ο κ. Σταθάκης θεωρεί πως η νότια Πελοπόννησος στο μέλλον θα είναι ασύμφορη για καλλιέργεια.