Την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης για τη χώρα μας στα 68,5 έτη από 67 σήμερα το 2030 υποδεικνύουν οι τελευταίες προβολές της Eurostat (ageing report 2024), με βάση τόσο το προσδόκιμο ζωής όσο και το ύψος της συνταξιοδοτικής δαπάνης. H πίεση που ασκεί το Δημογραφικό και η γήρανση του πληθυσμού φέρνουν νωρίτερα στο προσκήνιο οδυνηρές αλλαγές που θα αποφασίζονταν διαφορετικά σε βάθος χρόνου έως το 2070.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της Eurostat, η Ελλάδα που το τρέχον έτος 2024 έχει γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης τα 67 και τα 62 για πρόωρη συνταξιοδότηση, το 2030 θα πρέπει να το αυξήσει κατά ενάμισι έτος στα 68,5 και για την πρόωρη συνταξιοδότηση κατά ένα έτος και τρεις μήνες στα 63,5. Μάλιστα για τις γυναίκες, λόγω του μεγαλύτερου προσδόκιμου ζωής, υποδεικνύει αύξηση του ορίου ηλικίας το 2030 κατά έναν μήνα, στα 68,6 και στα 63,6 για πρόωρη συνταξιοδότηση. Οι δημογραφικές προβολές δείχνουν ότι το 2050 το γενικό όριο ηλικίας στη χώρα μας θα πρέπει να φτάσει στα 70,5 έτη και με πρόωρη σύνταξη στα 65,5, ενώ το 2070 τα όρια ηλικίας θα πρέπει να αγγίξουν τα 72,5 και με πρόωρη σύνταξη τα 67,5 έτη.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι η Ελλάδα έχει το υψηλότερο όριο ηλικίας συνταξιοδότησης μαζί με τη Γαλλία (67 και 62 μετά τη μεταρρύθμιση Μακρόν) και την Ιταλία (67 και 64).
Τα χαμηλότερα όρια ηλικίας έχουν η Τσεχία (63,9 και 60), η Λιθουανία (63 και 61), η Εσθονία (64,4 και 59,2) και η Μάλτα (63 και 61). Οι κατευθύνσεις της Eurostat επιφυλάσσουν μεγαλύτερες επιβαρύνσεις το 2030 για την Ολλανδία που πρέπει να αυξήσει τα όρια ηλικίας στα 67,3 από 66,6 σήμερα (δεν προβλέπονται προϋποθέσεις για πρόωρη συνταξιοδότηση) για τη Σουηδία που πρέπει να τα αυξήσει στα 67 και 64 από 65 και 62 αντίστοιχα και για την Ιταλία που θα πρέπει να φτάσει τα όρια ηλικίας στα 67,3 και 64,3, από 67 και 64.
Από την πλευρά τους οι αρμόδιοι Ελληνες αξιωματούχοι αποκλείουν το ενδεχόμενο νέας αύξησης του γενικού ορίου ηλικίας συνταξιοδότησης τα επόμενα χρόνια τουλάχιστον, αφού η χώρα μας βρίσκεται σήμερα στην κορυφή των χωρών της Ε.Ε. σε ό,τι αφορά το γενικό όριο ηλικίας συνταξιοδότησης, αλλά και τη μέση πραγματική ηλικία αποχώρησης από τον ενεργό εργασιακό βίο. Η αιτία που βρισκόμαστε στην κορυφή της λίστας είναι φυσικά τα μνημόνια που μας επέβαλαν το 2012 και εν συνεχεία το 2015 αύξηση των γενικών ορίων απότομα κατά 2 έτη, με αποτέλεσμα να αγγίξουμε το ανώτατο ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης της Ε.Ε. που είναι τα 67 έτη.
Ας δούμε όμως ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας και τι προβλέπει ο νόμος. Σύμφωνα με τα ισχύοντα (διάταξη του νόμου Κατρούγκαλου, η οποία δεν καταργήθηκε), από την 1/1/2024 τα όρια ηλικίας θα ανακαθορίζονται ανά τριετία, με βάση πάντα το προσδόκιμο ζωής. Από το 2010 έως το 2015 είχαμε αύξηση του προσδόκιμου ζωής (περίπου 7 έως 12 μήνες). Ωστόσο την περίοδο 2015-2020 δεν σημειώθηκε αντίστοιχη αύξηση. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια, εξαιτίας της πανδημίας, το προσδόκιμο ζωής έχει υποχωρήσει οπότε, σύμφωνα με το υπουργείο Εργασίας, δεν απαιτείται να ανοίξει συζήτηση για αύξηση των γενικών ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης. «Αποκλείω κατηγορηματικά το ενδεχόμενο αύξησης των ορίων ηλικίας», επισημαίνει ο υφυπουργός Κοινωνικής Ασφάλισης Πάνος Τσακλόγλου και συνεχίζει: «Η απότομη αύξηση των ορίων εξαιτίας των μνημονίων μάς διατηρεί σε ζώνη ασφαλείας. Δεν μπορώ να προβλέψω πώς θα διαμορφωθούν τα μεγέθη μετά το 2030. Ωστόσο, ακόμα και να απαιτηθεί κάποια αναπροσαρμογή στο απώτερο μέλλον, αυτή θα είναι ομαλή της τάξης του ενός έως τριών μηνών».
Το Δημογραφικό
Προβληματισμένος σε σχέση με τη «βόμβα» του Δημογραφικού και τις απαιτούμενες αναπροσαρμογές στα όρια ηλικίας εμφανίζεται ο δρ Βασίλης Μπέτσης, καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου: «Τις δημογραφικές προβολές και τις υποθέσεις εργασίας έχει ήδη στείλει η Ε.Ε. στη χώρα μας και ειδικότερα στην Εθνική Αναλογιστική Αρχή για να τις επεξεργαστεί και να κάνει τις αναλογιστικές μελέτες εντός του 2024. Το πιθανότερο είναι το 2024 να μην έχουμε πρόβλημα αφού δεν έχει αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής. Ωστόσο, από το 2027 και μετά δεν αποκλείω να υποχρεωθούμε σε κάποια αναπροσαρμογή των ορίων. Κρίσιμο ρόλο θα παίξει η έκθεση της Ε.Ε. για τη συνταξιοδοτική δαπάνη που θα δημοσιοποιηθεί το πρώτο εξάμηνο του 2024. Το ζητούμενο για τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος, δηλαδή για να μην αυξηθεί η γήρανση του πληθυσμού, είναι η αύξηση της γονιμότητας, κάτι που μάλλον θα παραμείνει απατηλή προσδοκία. Η μετανάστευση δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα γιατί έχει βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Σύμφωνα με τις προβολές που επεξεργαζόμαστε, το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται έναν χρόνο κάθε 10 χρόνια. Δηλαδή αυτό σημαίνει ότι κάθε τρία χρόνια, όπως ορίζει άλλωστε και ο νόμος, θα πρέπει τα όρια ηλικίας να αυξάνονται 4-5 μήνες. Η Ε.Ε. και ο ΟΟΣΑ εκτιμούν ότι στην Ελλάδα μέχρι το 2050, λόγω βελτίωσης του προσδόκιμου ζωής, θα πρέπει να αυξηθεί το όριο ηλικίας κατά 2,8 έτη. Δηλαδή από τα 67 έτη να ανέβουμε στα 69,8 ενώ το 2070 το όριο θα πρέπει να φτάσει στα 72».
Από την πλευρά του, ο πρώην υπουργός Εργασίας Γιώργος Κουτρουμάνης, που είχε βιώσει τις σκληρές διαπραγματεύσεις με την τρόικα, επισημαίνει: «Με τον νόμο 3863/2010 καθορίστηκαν τα νέα ηλικιακά όρια με σταδιακή εφαρμογή και με τα γενικά όρια να διαμορφώνονται στα 65 και στα 60 για πλήρεις και μειωμένες συντάξεις αντίστοιχα. Μετά την πίεση της τρόικας αυξήθηκαν κατά 2 έτη τα ηλικιακά όρια στα 67 και στα 62 από 1/1/2013, πολύ περισσότερο δηλαδή από εκείνη την αύξηση που θα προέκυπτε από την εφαρμογή του νόμου του 2010 και μάλιστα μέχρι το 2030-2035. Με αυτό το δεδομένο η χώρα μας εκπλήρωσε στο ακέραιο -και μάλιστα 15 και πλέον έτη νωρίτερα– τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει για την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης και επομένως το συγκεκριμένο θέμα θα έπρεπε να είχε κλείσει και κανένας δεν μπορεί να συζητάει σήμερα για οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση των ορίων, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που με τον νόμο 4336/2015 αυξήθηκαν με βίαιο τρόπο και όλα τα ενδιάμεσα ηλικιακά όρια συνταξιοδότησης. Επομένως, κανένας λόγος δεν υφίσταται πλέον για οποιαδήποτε περαιτέρω αύξηση των ηλικιακών ορίων, αφού είμαστε ήδη από τις χώρες με τα υψηλότερα όρια στην Ευρώπη».