Ως επιβαρυντικά στοιχεία εις βάρος της Ελληνίδας Ευρωβουλευτή, Εύας Καϊλή, πρωταγωνίστριας στο μεγαλύτερο σκάνδαλο διαφθοράς εδώ και δεκαετίες στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο φαντάζουν τα… μπιμπερό της ανήλικης κόρης της, τα οποία εμπεριέχονταν στη βαλίτσα με τα μετρητά, που κλήθηκε από την ίδια, να μεταφέρει ο πατέρας της.
Δίνοντας συνέχεια στις αποκαλύψεις, η βελγική εφημερίδα Le Soir και η ιταλική La Repubblica θέλουν την Ελληνίδα Ευρωβουλευτή να κινητοποιήθηκε το πρωί της 9ης Δεκέμβρη, προκειμένου να αποφύγει την ύπαρξη ενοχοποιητικών στοιχείων στο περιβάλλον της, στοιχεία που υπήρχαν πιθανά στο σπίτι που ζούσε με τον σύντροφό της, Φραντσέσκο Τζιόρτζι.
Εκείνος φέρεται να έχει περιγράψει προς τις βελγικές ανακριτικές Αρχές τη δομή και τη λειτουργία της ΜΚΟ του Αντόνιο Παντσέρι με κάθε λεπτομέρεια, όντας ανακουφισμένος μετά την ολοκλήρωση της ανάκρισής του, στη διάρκεια της οποίας επιχείρησε να αθωώσει την καθαιρεθείσα αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
«Η Εύα προφανώς γνώριζε για την ύπαρξη των χρημάτων και την πηγή τους αφού ζούσαμε μαζί, αλλά δεν ήταν μέρος του δικτύου. Μου είχε πει πολλές φορές να σταματήσω γιατί την έβαζα σε κίνδυνο σε σχέση με τα καθήκοντά της» δήλωσε προς τις Αρχές ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι, καταθέτοντας υπέρ της μητέρας του παιδιού μου.
Τα τρία «καυτά» ερωτήματα για την Εύα Καϊλή
Την ίδια ώρα, ωστόσο, η ιταλική εφημερίδα La Repubblica ισχυρίζεται σε δημοσίευμά της πως η Εύα Καϊλή κλήθηκε να απαντήσει σε τρία βασικά ερωτήματα που τις έθεσαν οι αστυνομικοί μετά τη σύλληψή της, δηλαδή: σε ποιον ανήκαν τα λεφτά, γιατί βρέθηκαν στο σπίτι της και γιατί ζήτησε από τον πατέρα της να τα κρύψει, όταν έμαθε για τη σύλληψη του Τζιόρτζι.
«Μετά τη σύλληψη του συντρόφου μου μπήκα στο γραφείο του. Έψαξα τα πράγματά του για να καταλάβω γιατί είχε συλληφθεί» φέρεται να λέει η Καϊλή, σύμφωνα με το δημοσίευμα, στους Βέλγους αστυνομικούς.
Στη συνέχεια, η κ. Καϊλή φέρεται να τους είπε ότι βρήκε την επίμαχη βαλίτσα με τις δεσμίδες ευρώ, έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή και ένα κινητό τηλέφωνο. Μετά από αυτά, όπως εξήγησε στις Αρχές «τηλεφώνησα στον πατέρα μου, ο οποίος ήταν με την κόρη μου. Του ζήτησα να έρθει να πάρει τη βαλίτσα», σημειώνει και συνεχίζει, λέγοντας πως «ήξερα ότι ο πατέρας μου θα ήταν με την κόρη μου γιατί είχα βάλει μπιμπερό στη βαλίτσα».
Η Εύα Καϊλή, κατά τη La Repubblica, στη συνέχεια περιέγραψε προς τον ανακριτή τα τηλεφωνήματα που έκανε. «Στην αρχή προσπάθησα να καλέσω τον Παντσέρι αλλά δεν τον βρήκα οπότε προσπάθησα να επικοινωνήσω με τον Μαρκ Ταραμπέλα και τη Μαρία Αρένα. Δεν γνώριζαν γιατί δεν απαντούσε ο Παντσέρι». Η Ελληνίδα ευρωβουλευτής περιέγραψε, επίσης, ότι «άνοιξα τη βαλίτσα, άνοιξα και το χρηματοκιβώτιο. Ήξερα ότι (σ.σ. ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι) φύλαγε κάτι για το πρώην αφεντικό του, τον Αντόνιο Παντσέρι και πιθανόν για το σημερινό αφεντικό του, τον Αντρέα Κοτζολίνο».
Στην ίδια κατάθεση, η Εύα Καϊλή αναφέρεται ακόμη και σε μια δεύτερη βαλίτσα με χρήματα, λέγονται πως «αυτά τα χρήματα ήταν αυτά που είχε δανειστεί (σ.σ. ο Τζιόρτζι) για την αγορά του διαμερίσματος». Σύμφωνα με τη La Repubblica το δάνειο για την αγορά του διαμερίσματος στις Βρυξέλλες ήταν στο όνομα της Εύας Καϊλή και τα μετρητά «ήταν η συνεισφορά του συντρόφου μου. «Στην τσάντα αυτή ήταν περίπου 50-60.000 ευρώ, δεν ξέρω γιατί δεν είχα πρόθεση να ερευνήσω τις υποθέσεις του», κατέληξε.
O Τζιόρτζι διαψεύδει τον Παντσέρι
Την ίδια ώρα, στο δημοσίευμα της, η βελγική εφημερίδα Le Soir επικεντρώνεται στην λειτουργία της επίμαχης ΜΚΟ, που έχει ξεκινήσει το έργο της, το 2018, κατά τον σύντροφο της Εύας Καϊλή. Σύμφωνα με τα όσα φέρεται να είπε ο Τζιόρτζι στους αστυνομικούς, η ιδέα του lobbying για το Κατάρ ανήκε στον υπουργό Άμυνας της αραβικής χώρας με τον οποίο συμφώνησε ο Παντσέρι.
Αυτό σημαίνει, όπως υπογραμμίζει η βελγική εφημερίδα, ότι όλα ξεκίνησαν όταν ο Παντσέρι ήταν ακόμα ευρωβουλευτής. «Στις αρχές του 2019 ξεκίνησε η συνεργασία. Είχαμε καθορίσει τις αμοιβές, τις οποίες δυσκολεύομαι να θυμηθώ, για τις παρεμβάσεις μας. Ήταν σε μετρητά» φέρεται να είπε, κατά το δημοσίευμα, ο Τζιόρτζι στους αστυνομικούς ενώ ο Παντσέρι φέρεται να έχει καταθέσει ότι όλα ξεκίνησαν τον Οκτώβριο-Νοέμβριο του 2019 ενώ, δηλαδή, δεν ήταν ευρωβουλευτής.
Σύμφωνα με την περιγραφή του Τζιόρτζι, λίγους μήνες αργότερα το σύστημα έγινε πιο επαγγελματικό με την ίδρυση πλέον της ΜΚΟ «Fight Impunity», «γιατί έπρεπε να βρούμε ένα καθαρό σύστημα που δεν θα σήμανε συναγερμό», όπως είπε.
Επιπλέον, ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι φέρεται να κάνει αναφορά σε αεροπορικά εισιτήρια για τη Ντόχα που μοίραζε ο Παντσέρι σε συνεργάτες του χωρίς, όμως, να ονοματίζει κάποιον άλλο ευρωβουλευτή ότι ωφελήθηκε από το δώρο των Καταριανών για πολυτελή διαμονή κατά τη διάρκεια του Μουντιάλ.
Ακόμη, ο σύμβουλος του Παντσέρι εμφανίζεται να μιλά για lobbying τόσο υπέρ του Μαρόκο όσο και υπέρ της Μαυριτανίας. Συγκεκριμένα, «στη Μαυριτανία είχαν πρόβλημα με την εικόνα τους και γι’ αυτό προσέλαβαν τον Παντσέρι. Εγώ νοίκιασα ένα διαμέρισμα στον πρεσβευτή της Μαυριτανίας και ο Παντσέρι έλαβε 25.000 ευρώ σε μετρητά».
Στο ενδιάμεσο, «μοναδική» χαρακτήρισε την κλίμακα της έρευνας,, ο υπουργός Δικαιοσύνης του Βελγίου. Ειδικότερα, μιλώντας στους Financial Times για την υπόθεση Qatargate ο Βίνσεντ Βαν Κουίκενμπορν δήλωσε ότι το μέγεθος της έρευνας για καταγγελίες για δωροδοκία μελών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου είναι μιας κλίμακας που συνήθως παρατηρείται σε μεγάλες έρευνες για το οργανωμένο έγκλημα.
Η έρευνα περιλαμβάνει «παρέμβαση κρατικών παραγόντων στην καρδιά της ευρωπαϊκής μας δημοκρατίας» μεγέθους που το Βέλγιο δεν έχει ξαναδεί, είπε διευκρινίζοντας ότι τα γεγονότα της υπόθεσης, που έχει κλονίσει τις Βρυξέλλες, μένει ακόμη να αποδειχθούν.
Η έρευνα, η οποία ξεκίνησε τον Μάρτιο του 2021, έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής στη σύλληψη τεσσάρων υπόπτων, μεταξύ των οποίων η Εύα Καϊλή. Οι φερόμενοι ως εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο κατηγορούνται για διαφθορά, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Η αστυνομία έχει κατασχέσει 1,5 εκατ. ευρώ σε μετρητά. Η υπόθεση εμπλέκει νομοθέτες, μη κυβερνητικές οργανώσεις και ξένες δυνάμεις, του Κατάρ και του Μαρόκου.
«Γνωρίζουμε περιπτώσεις κρατικών παραγόντων που προσπαθούν να παρέμβουν στο δημοκρατικό μας σύστημα. Όπως επίσης και από το οργανωμένο έγκλημα», είπε. «Αλλά στην πραγματικότητα, η δωροδοκία μελών ενός κοινοβουλίου, ειδικά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, είναι εντελώς μοναδική για την υπηρεσία πληροφοριών μας».
Ο Βαν Κουίκενμπορν τόνισε ακόμα ότι η τρέχουσα έρευνα για διαφθορά έδειξε ότι το Βέλγιο, το οποίο φιλοξενεί πολλά θεσμικά όργανα της ΕΕ, καθώς και το ΝΑΤΟ, δεν δίνουν «δωρεάν πάσο» σε φερόμενους εγκληματίες. «Για εμάς, η διαφύλαξη του κράτους δικαίου είναι το πιο σημαντικό πράγμα», είπε, προσθέτοντας ότι αυτό σημαίνει ότι η έρευνα πρέπει να συνεχιστεί χωρίς καμία «παρέμβαση» από τη βελγική κυβέρνηση.