Με αυξημένους ρυθμούς κατά 11,51% συνεχίστηκαν οι εισαγωγές σε φρούτα και λαχανικά το πρώτο επτάμηνο του 2024, με τις ποσότητες να φτάνουν τους 463,374 χιλιάδες τόνους έναντι 415,154 χιλ. τόνων το αντίστοιχο διάστημα 2023.
Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, τα οποία επεξεργάστηκε ο Σύνδεσμος Εξαγωγέων Φρούτων και Λαχανικών Incofruit Hellas τα καρπούζια, τα πορτοκάλια, τα ακτινίδια, τα μήλα, οι πιπεριές, οι πατάτες και οι ντομάτες βρίσκονται ψηλά στη λίστα των προϊόντων που παρατηρήθηκαν υψηλά ποσοστά στις εισαγωγές.
Σημειώνεται ότι τον Ιούλιο οι εισαχθείσες ποσότητες ήταν αυξημένες μόνο κατά 3,67% έναντι του αντίστοιχου μηνός του 2023, προσαρμόζοντας το 12,49% του εξαμήνου 2024 σε χαμηλότερα επίπεδα φτάνοντας στο 11,61% για το επτάμηνο.
Οι εισαγωγές
Αναλυτικά με βάση τα κυριότερα προϊόντα οι εισαγωγές παρατίθενται:
α) 202.481 τόνοι πατάτες έναντι 172.045 τόνων το 2023 (αύξηση κατά 17,69%) προερχόμενες (κατανομή κατά χώρα βάσει στοιχείων ΕΛΣΑΤ Μαΐου 2024) από Αίγυπτο 84%, Κύπρος, και Γαλλία. Το ίδιο χρονικό διάστημα, όπως σχολιάζει ο Incofruit Hellas, εμφανίζονται αυξημένες κατά 32,84% και οι εξαγωγές πατατών, φτάνοντας τους 101.329 τόνους έναντι 76.278 τόνων το 2023, που μέρος τους προέρχεται από εισαγωγές.
β) 149.177 τόνοι μπανάνες έναντι 138.929 τόνων το 2023 (αύξηση κατά 7,38%) προερχόμενες από Ισημερινό 93% και ακολουθούν Κολομβία Κόστα και Ρίκα με μέρος τους να επανεξάγεται προς άλλες, κυρίως γειτονικές χώρες, δεδομένου ότι οι εξαγωγές μπανάνας το επτάμηνο 2024 ανέρχονται σε 43.002 τόνους έναντι 30.995 τ. το αντίστοιχο περσινό διάστημα.
δ) 7.320 τόνοι ντομάτες έναντι 7.278 τόνων το 2023 (αύξηση κατά 0,58%) προερχόμενες από Τουρκία 56% και ακολουθούν Γερμανία και Ολλανδία.
ε) 3.255 τόνοι πιπεριές γλυκοπιπεριές έναντι 2.120 τόνων το 2023 (αύξηση κατά 53,54%) προερχόμενες από Ιορδανία 43%, Ολλανδία και Ισραήλ.
ζ) 12.437 τόνοι μήλων έναντι 4.965 τόνων πέρσι (αυξημένες κατά 150,49%), προερχόμενα από Β. Μακεδονία 47% και ακολουθούν Πολωνία και Ιταλία.
η) 4.811 τόνοι αβοκάντο έναντι 3.536 τόνων πέρσι (αύξηση κατά 36,06%) προερχόμενα από Ολλανδία 64% και ακολουθούν Ισραήλ και Κύπρος.
θ) 2.132 τόνοι ακτινίδια έναντι 1.037 τόνων πέρσι (αύξηση κατά 104,63%) προερχόμενα από Ιράν 64% και ακολουθούν Ιταλία και Χιλή.
ια) 18.126 τόνοι λεμόνια & γλυκολέμονα έναντι 15.455 τόνων πέρσι (αύξηση κατά 17,28%) προερχόμενα Τουρκία 23%, Αίγυπτο και Ισπανία.
ιβ) 8.288 τόνοι μανιτάρια έναντι 8.023 τόνων πέρσι (αύξηση κατά 3,30%) προερχόμενα από Πολωνία 93% και ακολουθούν Ρουμανία και Ολλανδία και
ιγ) 976 τόνοι καρπούζια έναντι 523 πέρσι (αύξηση κατά 86,62%) προερχόμενα από Αλβανία, που όπως τονίζουν οι εξαγωγείς, υπάρχει υποψία ελληνοποίησης και εξαγωγής τους.
Εκτός των παραπάνω εισήχθησαν και άλλα φρούτα και λαχανικά όπως π.χ κολοκυθάκια, καρότα, λάχανα, μαρούλια ακόμη και ραπανάκια κ.α.
«Είναι ανησυχητικός ο δυναμισμός που παρατηρείται στις εισαγωγές προϊόντων και περιόδους που συμπίπτουν πλήρως με την ελληνική παραγωγή, κατάσταση που προκαλείται από ένα ρυθμιστικό πλαίσιο που επηρεάζει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα των παραγομένων προϊόντων μας και καθιστά τις εισαγωγές πιο ελκυστικές», σημειώνει ο κ. Πολυχρονάκης, εξηγώντας ότι οι αυξημένες εισαγωγές της ΕΕ από τρίτες χώρες οφείλονται στη υφιστάμενη απόκλιση σε εργασιακά, κοινωνικά, περιβαλλοντικά θέματα κ.ά, που υπάρχει μεταξύ κοινοτικών και μη κοινοτικών παραγωγών, η οποία προκαλεί συνεχή ανάπτυξη των εισαγωγών τόσο στην αγορά της ΕΕ όσο και στην εθνική.
Επισημαίνει δε, ότι είναι απαραίτητο τα φρούτα και λαχανικά, που προέρχονται από τρίτες χώρες να πληρούν τις ίδιες ποιοτικές προδιαγραφές που απαιτούνται για τους παραγωγούς (γεωργούς και κτηνοτρόφους) της ΕΕ, με ίσες συνθήκες εργασίας και ίδια χρήση φυτοπροστατευτικών προϊόντων, καθώς και να επιδιωχθεί οι ελληνικές ελεγκτικές αρχές να διενεργούν αυστηρούς ελέγχους για τήρηση των εμπορικών προδιαγραφών ποιότητος και μη ύπαρξης υπολειμμάτων φυτοφαρμάκων στα εισαγόμενα προϊόντα στην ελληνική αγορά με παράλληλη διασφάλιση της μη ελληνοποίησης τους.
«Παρεμφερείς έλεγχοι πρέπει να διενεργούνται και στα αποστελλόμενα-εξαγόμενα οπωροκηπευτικά προϊόντα προς διασφάλιση της φήμης των προϊόντων μας που θα συμβάλλει στην περαιτέρω αύξηση των εξαγωγών τους», τονίζει ο κ. Πολυχρονάκης.