«Δεν με ενδιέφερε που είχε εραστή, αλλά η αδιαφορία της για τα παιδιά», υποστήριξε σήμερα στην απολογία του, στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Βόλου, ο 54χρονος που σκότωσε τη σύζυγό του στη Σωτηρίτσα της Λάρισας, πυροβολώντας την έξω από την ταβέρνα που διατηρούσε ο αδελφός της. Ο συζυγοκτόνος αντιμετωπίζει τις κατηγορίες της ανθρωποκτονίας από πρόθεση σε ήρεμη ψυχική κατάσταση, οπλοφορίας και οπλοχρησίας και απόφαση του δικαστηρίου αναμένεται να εκδοθεί εντός της ημέρας, που κατά τραγική ειρωνεία είναι αφιερωμένη στην εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών.
Στην απολογία του, όπως αναφέρει το gegonota.news, ο κατηγορούμενος είπε πως η σύζυγός του αδιαφορούσε για τον ίδιο και τα παιδιά τους. Το μόνο που ήθελε ήταν να πάει στη Σωτηρίτσα. «Ήταν πονηρή και ό,τι ήθελε να κάνει, το έλεγε μέσω των παιδιών. Δεν προσέφερε στο σπίτι. Την ημέρα του εγκλήματος την άκουσα να μαλώνει με την μάνα της για την εξωσυζυγική σχέση της. Τη ρώτησα “τι είναι αυτά που ακούω, δεν ντρέπεσαι” και μου είπε “άι γα…ου και εσύ και τα παιδιά. Πήγα και πήρα το όπλο από το αυτοκίνητο και ξεκίνησα να ηχογραφώ όσα έγιναν. Με θύμωνε ο εγωισμός και ο παραλογισμός της. Εγώ δεν της χάλαγα χατίρι».
Ο συζυγοκτόνος είπε ότι το θύμα είχε εραστή στη Σωτηρίτσα και την κάλυπτε ο αδελφός της, ενώ υποστήριξε ότι συμμετείχε σε ερωτικές πράξεις και με άλλα άτομα. Συνεχίζοντας, απέδωσε το έγκλημα στην εύθραυστη ψυχική του υγεία λέγοντας χαρακτηριστικά: «Εάν ήμουν καλά, δεν θα την σκότωνα και δεν θα έκανα κακό στην οικογένειά μου. Όταν μάλωνε στην ταβέρνα με την πεθερά μου για τον εραστή της, την άκουσα εγώ και ο γιος μου .
Ο γιος μου ήταν στην πίσω αυλή της ταβέρνας και, πιστεύω ότι, άκουγε τα πάντα. Τον λόγο που την σκότωσα δεν τον ξέρω ούτε εγώ. Λυπάμαι για όσα έγιναν και λέω την αλήθεια. Η αλήθεια είναι πως ήταν αδιάφορη για όλα. Είχα επιδιώξει να βρω το κινητό του εραστή της και δεν μου το έδιναν. Τον έβλεπε τα καλοκαίρια και τις γιορτές. Τα καλοκαίρια μετά το 2018 καθόταν τρεις μήνες στο χωριό. Δεν με ενδιέφερε που είχε σχέση, αλλά η αδιαφορία της για τα παιδιά. Όταν την πυροβόλησα, δεν είχα τον έλεγχο των πράξεών μου. Είχε πέσει σεντόνι, δεν θυμάμαι πολλά πράγματα».
Όπως είπε ο συζυγοκτόνος, το μόνο που θυμάται μετά το έγκλημα είναι την πεθερά του να φωνάζει “ την σκότωσε, την σκότωσε”. Σε ερώτηση των δικαστών εάν το όπλο ήταν οπλισμένο, είπε ότι δεν θυμάται και πρόσθεσε ότι το είχε από το 2002 χωρίς άδεια.
«Θέλω να γίνω καλά, να θεραπευτώ για να προσφέρω στα παιδιά μου και να με συγχωρέσει ο Θεός», κατέληξε ο δράστης του άγριου φονικού.
Η ακροαματική διαδικασία ξεκίνησε με τις καταθέσεις ψυχιάτρων, οι οποίοι ως τεχνικοί σύμβουλοι υποστήριξαν πως ο κατηγορούμενος είχε ψύχωση και μειωμένο καταλογισμό , έδρασε παρορμητικά, χωρίς μεθοδικότητα, και δεν προσπάθησε να παραπλανήσει τις αρχές. Τηλεφώνησε ο ίδιος στην αστυνομία λέγοντας ότι την σκότωσε γιατί ήταν άπιστη.