Ελληνικό άρωμα στις εργασίες αποκατάστασης της Παναγίας των Παρισίων μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του 2019.
Μια ελληνική εταιρεία, η Muevo, που ειδικεύεται στον σχεδιασμό, την παραγωγή και την εγκατάσταση προθηκών και εκθεσιακών συστημάτων ύψιστων προδιαγραφών για μουσεία και άλλους πολιτιστικούς οργανισμούς ανά την υφήλιο, συμμετείχε στην υλοποίηση της νέας έκθεσης του Σκευοφυλακίου της Notre-Dame.
Στην έκθεση φιλοξενούνται ιστορικά κειμήλια, άμφια, ιερά σκεύη αλλά και η ειδική Ράβδος της Παναγίας των Παρισίων, η οποία κατασκευάστηκε από μια ξύλινη δοκό που γλίτωσε από την πυρκαγιά και με την οποία ο αρχιεπίσκοπος άνοιξε την πόρτα του ναού κατά την επίσημη τελετή επαναλειτουργίας του.
Να σημειωθεί ότι η έκθεση του Σκευοφυλακίου της Notre-Dame άνοιξε τις πύλες της στο κοινό στα μέσα Δεκεμβρίου, λίγο καιρό μετά τα επίσημα εγκαίνια επαναλειτουργίας του ναού – πιθανότατα γιατί αρκετά από τα εκθέματα είναι λειτουργικά αντικείμενα που χρησιμοποιήθηκαν στις θρησκευτικές τελετές των εγκαινίων. Σύμφωνα με τον πρώτο απολογισμό, υπολογίζεται ότι περίπου 29.000 άνθρωποι επισκέπτονται καθημερινά τον ναό μετά την επαναλειτουργία του.
Ιδιαιτερότητες και προκλήσεις της Παναγίας των Παρισίων
Η Muevo διαθέτει δική της μονάδα παραγωγής και απαρτίζεται από περίπου 50 επαγγελματίες, ενώ έχει υλοποιήσει πάνω από 60 διεθνή έργα σε λιγότερο από μία δεκαετία. Ανάμεσά τους: εκθέσεις στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παλάτι των Βερσαλλιών και στο Πτι Παλέ στη Γαλλία, στο Μουσείο Οπλων της Πόλης της Λιέγης στο Βέλγιο, συνεργασία με τον οίκο Ντιόρ σε Γαλλία και Αγγλία κ.λπ., αλλά και εκθέσεις στη χώρα μας, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και Δελφών, στη Βουλή των Ελλήνων, στο Μουσείο Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης (ΕΚΠΑ).
Τι είναι αυτό που διαφοροποιεί το συγκεκριμένο έργο από τα υπόλοιπα; «Κατ’ αρχάς, να πούμε ότι κάθε έργο είναι ξεχωριστό, με τα δικά του μοναδικά χαρακτηριστικά, τις δικές του ανάγκες και ιδιαιτερότητες», απαντά ο Πάνος Ιατρού (Design Manager).
Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση αλλά και η μεγαλύτερη δυσκολία που αντιμετώπισαν; «Σε τεχνικό επίπεδο, υπήρχαν σίγουρα πολλές προκλήσεις», λέει ο Πάνος Ιατρού. «Για παράδειγμα, δεν υπήρχε η δυνατότητα για παρέμβαση στα ιστορικά αρχιτεκτονικά στοιχεία του κτιρίου, λόγω του ότι πρόκειται για ένα παγκόσμιο πολιτιστικό μνημείο. Για να αντιμετωπίσουμε αυτή την πρόκληση, έπρεπε να στηρίξουμε τις κατασκευές στους αρμούς της λιθοδομής του ναού.
Ετσι, όλες οι προθήκες σχεδιάστηκαν με βάση το 3D scanning του μνημείου, ενώ βάσει μουσειογραφικής μελέτης κάποιες προθήκες έπρεπε να αντιγράψουν τις καμπύλες του χώρου και να προσαρμοστούν σε αυτές. Στη μεγάλη επίτοιχη προθήκη που ακολουθεί τις αψίδες του ναού, λόγω των διαστάσεών της, έπρεπε να γίνει χρήση δομικού κρυστάλλου για να αποφευχθούν οι εμφανείς στηρίξεις. Μία άλλη πρόκληση ήταν ότι οι τεχνικές ζώνες των προθηκών ήταν περιορισμένες χωρικά».
Εξατομικευμένες λύσεις
Στο παγκόσμιο ενδιαφέρον και τη συνεργασία πολλών φορέων αναφέρεται ο Τάσος Λαμπρόπουλος (Engineering Director): «Στο συγκεκριμένο έργο, κληθήκαμε να συνεργαστούμε με πολλούς φορείς για το κάθε λειτουργικό χαρακτηριστικό των προθηκών, όπως η στήριξη των εκθεμάτων, ο εκθεσιακός φωτισμός, η ασφάλεια, η εργονομία, οι συνθήκες περιβάλλοντος των προθηκών, η ενσωμάτωση πολυμέσων και γραφιστικών, μεταξύ άλλων.
Ετσι, αναπτύξαμε εξατομικευμένες λύσεις που ενσωματώνουν όλα τα παραπάνω στη μεγαλύτερη δυνατή ισορροπία. Το να σου ανατίθεται να περατώσεις ένα έργο αυτού του επιπέδου σε ένα τόσο σημαντικό μνημείο πάντα προξενεί δέος, καθώς και ένα ιδιαίτερο αίσθημα ευθύνης. Ηταν ένα μοναδικό έργο αποκατάστασης, για το οποίο υπήρχε παγκόσμιο ενδιαφέρον». «Μια άλλη πρόκληση του έργου αφορούσε τη φάση της εγκατάστασής του», συμπληρώνει η Αγαθή Χαντζάρα (Project Manager).
«Η εξειδικευμένη μας ομάδα έπρεπε να εκπαιδευτεί για εργασίες σε χώρους με παρουσία μολύβδου και αμιάντου, λόγω των εργασιών αποκατάστασης της οροφής, καθώς και για τα απαιτούμενα μέτρα υγείας και ασφάλειας προκειμένου να δουλέψει εντός του ναού, όπου εργάζονταν παράλληλα τόσα διαφορετικά συνεργεία», λέει.
Στα διάφορα στάδια διαχείρισης, σχεδιασμού, παραγωγής και εγκατάστασης του έργου χρειάστηκε να εργαστούν πολλές διαφορετικές εξειδικευμένες ομάδες της εταιρείας για περίπου δέκα μήνες. Συνολικά παραδόθηκαν δέκα προθήκες σε έξι διαφορετικές τυπολογίες, καθώς και πέντε ειδικές κατασκευές οπτικοακουστικών εφαρμογών και περίπου 30 κατασκευές εποπτικού υλικού.