Η Ολλανδέζα με την οποία ο επιχειρηματίας είχε και παιδί τον κάρφωσε στην Ελληνίδα «ομόλογό της», η οποία διεκδίκησε δικαστικά αποζημίωση 300.000 ευρώ, αλλά της επιδικάστηκαν μόλις 30.000 ευρώ.
Η Ελληνίδα εργαζόταν ως υπάλληλος γραφείου στη διαφημιστική εταιρεία, ενώ εκείνος ήταν βασικός μέτοχος και γενικός διευθυντής. Αρχικά συνήψαν ερωτικό δεσμό και το 2008 παντρεύτηκαν σε νησί του Ιονίου. Κατά τη διάρκεια του γάμου τους, παρά τον διακαή πόθο και τις προσπάθειές τους (με μέθοδο υποβοηθούμενης αναπαραγωγής), δεν απέκτησαν παιδιά. Εκείνος ταξίδευε συχνά στο εξωτερικό για επαγγελματικούς λόγους και την είχε αφήσει στο πόδι του, έχοντας αναλάβει εκείνη χωρίς μισθό όλο το βάρος των επιχειρήσεών του στην Ελλάδα.

Μετά από εννέα χρόνια γάμου, το 2017, για πρώτη φορά εκείνος έβαλε στο τραπέζι προς συζήτηση «το ενδεχόμενο να μεταφέρει τη φορολογική του κατοικία στην Κύπρο εν όψει των δυσμενών φορολογικών συνθηκών που επικρατούσαν στην Ελλάδα και τους υποχρέωναν, ως ζευγάρι, στην καταβολή πολύ υψηλού φόρου εισοδήματος».
Λίγο αργότερα, εντέχνως της είπε ότι οι λογιστές εξέφρασαν φόβους ότι οι κυπριακές φορολογικές αρχές θα απορρίψουν το αίτημα μεταφοράς της φορολογικής έδρας, καθώς εκείνη «παρέμενε στην Ελλάδα και έτσι τα ζωτικά του συμφέροντα, ήτοι οι προσωπικοί ή οικονομικοί ή κοινωνικοί του δεσμοί εξακολουθούσαν να παραμένουν στην Ελλάδα».
Eικονική λύση γάμου
Αμέσως μετά έκανε το επόμενο βήμα. «Της πρότεινε να χωρίσουν εικονικά, ήτοι να προχωρήσουν φαινομενικά σε συναινετική λύση του γάμου τους, απλά και γρήγορα, χωρίς να χρειαστεί καν να εμφανιστούν στο δικαστήριο, ενώ θα συνέχιζαν να συμβιώνουν ως ζευγάρι και με αυτόν τον τρόπο θα διευκολυνόταν η μεταφορά της φορολογικής του έδρας».
Αρχικά η γυναίκα αντέδρασε, όμως στη συνέχεια «άρχισε να πείθεται, εν όψει του ότι τη διαβεβαίωνε ότι επρόκειτο για μια ασφαλή, δοκιμασμένη στην πρακτική και ιδιαίτερα διαδεδομένη τα τελευταία χρόνια της κρίσης λύση». Τελικά κατάφερε να άρει τις όποιες «έντονες αμφιβολίες της» και «την έπεισε να υπογράψει το ιδιωτικό συμφωνητικό για τη συναινετική λύση του γάμου τους». Ετσι, τον Ιούνιο του 2017 η λύση του γάμου «κατέστη αμετάκλητη» με απόφαση Πρωτοδικείου της Ηπείρου.
Τα μηνύματα
Η ζωή του εικονικά διαζευγμένου ζευγαριού συνεχιζόταν κανονικά. Εκείνος πήγαινε τα επαγγελματικά του ταξίδια, όπως της έλεγε, μεταξύ Νέας Υόρκης και Λουξεμβούργου και εκείνη ήταν στην επιχείρησή του. Αντάλλασσαν καθημερινά emails με γλυκόλογα και αισθήματα αγάπης, ενώ την ενημέρωνε για την πορεία των επαγγελματικών του επαφών.
Με τις ίδιες εκφράσεις
Παράλληλα στάλθηκαν και φωτογραφίες. «Στη μία από τις οποίες ο επιχειρηματίας ήταν αγκαλιά με μια ξανθή γυναίκα, στη δεύτερη χαμογελούσε σε ένα νήπιο ηλικίας περίπου ενός έτους και στην τρίτη κρατούσε ένα νεογέννητο βρέφος σε μαιευτήριο». Μάλιστα, από την Ολλανδέζα στάλθηκαν στην Ελληνίδα πρώην σύζυγο emails του επιχειρηματία προς την πρώτη, στα οποία «χρησιμοποιούσε τις ίδιες εκφράσεις αγάπης και θαυμασμού με τις οποίες περιέβαλε και την εικονικά διαζευγμένη σύζυγό του».
Κατά την αρεοπαγιτική απόφαση, σύμφωνα με τα λεγόμενα της Ολλανδέζας, ο επιχειρηματίας «καθ’ όλο το διάστημα που έλεγε στην Ελληνίδα ότι έλειπε σε δουλειά στη Νέα Υόρκη και το Λουξεμβούργο, βρισκόταν μαζί με τη Γ.Τ. στην Ολλανδία, όπου εκείνη ζει μόνιμα» και προσθέτουν: «Ο επιχειρηματίας όχι απλώς εν αγνοία της Ελληνίδας ζούσε σε βάρος της διπλή ζωή, ήτοι είχε εξωσυζυγική σχέση από την οποία απέκτησε μάλιστα και τέκνο, αλλά και την εξαπάτησε υφαρπάζοντας δόλια τη συναίνεσή της για τη λύση του γάμου τους». Δεν παραλείπουν οι δικαστές να αναφέρουν ότι ο επιχειρηματίας γνώρισε την Ολλανδέζα το 2000, όταν εκείνη εργάστηκε για 2-3 μήνες στην επιχείρησή του.
Η Ελληνίδα προσέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας αποζημίωση 300.000 ευρώ για την ηθική βλάβη που της προκάλεσε ο πρώην σύζυγός της με την παράνομη και υπαίτια προσβολή της προσωπικότητάς της, αλλά της επιδικάστηκαν μόλις 30.000 ευρώ. Τέλος, ο Αρειος Πάγος απέρριψε την αίτηση του επιχειρηματία που ζητούσε να αναιρεθεί η καταδικαστική για εκείνον εφετειακή απόφαση.