Μόλις 10 μέρες έχουν στην διάθεση τους οι φορολογούμενοι προκειμένου να συγκεντρώσουν το απαιτούμενο ποσό ηλεκτρονικών συναλλαγών (οι λεγόμενες e-αποδείξεις) για να μην βρεθούν αντιμέτωποι με επιπλέον φόρο.
Βάσει της νομοθεσίας, όπως τροποποιήθηκε το 2019, όσοι απέκτησαν εισοδήματα από μισθούς, συντάξεις, επιχειρηματικές δραστηριότητες και εκμετάλλευση ακινήτων πρέπει μέχρι τις 31-12-2021 να έχουν εξοφλήσει με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής, δηλαδή με τραπεζικές κάρτες ή μέσω e-banking, δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών συνολικού ύψους ίσου με το 30% των ετησίων εισοδημάτων τους για το τρέχον έτος.
Όλα δείχνουν ότι φέτος δεν θα ισχύσεις το πάγωμα του μέτρου όπου έγινε πέρσι λόγο τα υγειονομικής κρίσης. Όμως, οι τελικές αποφάσεις θα πρέπει να ληφθούν έως και την υποβολή των φορολογικών δηλώσεων, την άνοιξη του 2022. Ωστόσο αυτή την στιγμή όλα δείχνουν πως δεν υπάρχει λόγος να μην εφαρμοστεί κανονικά το μέτρο
Έτσι λοιπόν οι φορολογούμενοι θα πρέπει λοιπόν να φροντίσουν να καλύψουν έως τις 31-12-2021 τα ποσά που απομένουν μέχρι οι ηλεκτρονικά εξοφληθείσες δαπάνες τους για αγορές αγαθών και λήψη υπηρεσιών να φτάσουν το 30% επί των εκτιμώμενων ποσών ετήσιου εισοδήματος για το 2021. Σε περίπτωση που δεν καλύψουν το 30% του φετινού ετησίου εισοδήματος με ηλεκτρονικές πληρωμές δαπανών θα κληθούν να καταβάλουν το 2022, με τα εκκαθαριστικά των δηλώσεων φόρου εισοδήματος για το 2021, επιπλέον φόρο ίσο με το 22% της ακάλυπτης διαφοράς.
Για παράδειγμα αν ένας φορολογούμενος του οποίου το ετήσιο εισόδημα έτους 2021 ανέρχεται σε 20.000 ευρώ πραγματοποιήσει ολόκληρο το 2021 ηλεκτρονικές πληρωμές δαπανών συνολικού ύψους 5.000 ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν στο 25% του ετήσιου εισοδήματός του, θα κληθεί να πληρώσει επιπλέον φόρο 22% επί του ακάλυπτου 5% του ετησίου εισοδήματός του, δηλαδή ένα ποσό της τάξεως των 220 ευρώ (22% Χ 5% Χ 20.000 ευρώ). Θα πληρώσει δηλαδή φόρο 22% επί της διαφοράς μεταξύ του 25% του εισοδήματός του, το οποίο κάλυψε, και του 30%, το οποίο έπρεπε να έχει καλύψει.
Αναλυτικά, οι διατάξεις της παραγράφου 6 του άρθρου 15 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ν. 4172/2013), που επανέρχονται από το φορολογικό έτος 2021 σε κανονική ισχύ (μετά τις έκτακτες εξαιρέσεις και τροποποιήσεις επί το ευνοϊκότερο που έγιναν ειδικά για το φορολογικό έτος 2020 λόγω των οικονομικών επιπτώσεων της επιδημίας του κορωνοϊού) προβλέπουν τα εξής:
1) Κάθε φορολογούμενος που είναι μισθωτός, συνταξιούχος, κατά κύριο επάγγελμα αγρότης ή αυτοαπασχολούμενος καθώς και κάθε φορολογούμενος με εισοδήματα από ενοίκια ακινήτων πρέπει να έχει πραγματοποιήσει έως το τέλος του τρέχοντος έτους δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών συνολικού ύψους ίσου με ποσοστό 30% του ετήσιου ατομικού πραγματικού εισοδήματός του. Οι δαπάνες αυτές για να αναγνωριστούν θα πρέπει να εξοφληθούν με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (προπληρωμένες κάρτες, πληρωμές μέσω e-banking κ.λπ.) και να έχουν εκδοθεί γι’αυτές και οι σχετικές αποδείξεις λιανικών συναλλαγών. Στο εισόδημα που λαμβάνεται υπ’ όψιν για τον υπολογισμό του 30% δεν περιλαμβάνεται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης για όσους εξακολουθούν να την πληρώνουν, δηλαδή για τους δημοσίους υπαλλήλους, τους δημόσιους λειτουργούς (στρατιωτικούς, αστυνομικούς, λιμενικούς πυροσβέστες, δικαστικούς, ιατρούς του ΕΣΥ, πανεπιστημιακούς κ.λπ.) και τους συνταξιούχους, εφόσον έχουν ετήσιο εισόδημα άνω των 12.000 ευρώ.
2) To ανώτατο όριο του ποσού των δαπανών που πρέπει να έχουν εξοφληθεί έως το τέλος του τρέχοντος έτους με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής ανέρχεται σε 20.000 ευρώ.
3) Από την υποχρέωση να έχουν καλύψει το ποσοστό 30% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος με δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών εξοφληθείσες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής εξαιρούνται όσοι φορολογούμενοι θα έχουν πραγματοποιήσει εντός του 2021 δαπάνες για πληρωμές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, για τοκοχρεωλυτικές δόσεις δανείων και για ενοίκια, οι οποίες υπερβαίνουν αθροιστικά το 60% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος. Οι φορολογούμενοι αυτοί πρέπει να καλύψουν ποσοστό 20% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος με δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών εξοφληθείσες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Προϋπόθεση όμως για να ισχύσει αυτό το μειωμένο ποσοστό είναι οι δαπάνες για φόρους, δάνεια και ενοίκια να έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής.
4) Σε κάθε φορολογούμενο του οποίου έχει κατασχεθεί τραπεζικός λογαριασμός, το απαιτούμενο όριο δαπανών περιορίζεται κατ΄ ανώτατο όριο στις 5.000 ευρώ.
5) Σε κάθε περίπτωση φορολογουμένου ο οποίος δεν θα καταφέρει να πραγματοποιήσει το απαιτούμενο συνολικό ποσό ηλεκτρονικών πληρωμών δαπανών, το «ακάλυπτο» ποσό θα φορολογηθεί με 22%, το 2022 όταν θα γίνει η εκκαθάριση της φορολογικής δήλωσης για τα εισοδήματα του 2021. Π.χ. σε περίπτωση που το ετήσιο ατομικό εισόδημα ανέρχεται σε 10.000 ευρώ, το απαιτούμενο ποσό δαπανών έτους 2021 ανέρχεται σε 3.000 ευρώ (30% των 10.000 ευρώ). Αν ο φορολογούμενος που έχει αυτό το εισόδημα πραγματοποιήσει συνολικό ποσό ηλεκτρονικών πληρωμών δαπανών 1.000 ευρώ, τότε θα χρεωθεί με επιπλέον φόρο 22% επί της «ακάλυπτης» διαφοράς των 2.000 ευρώ, δηλαδή θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον φόρο 440 ευρώ (2.000 ευρώ Χ 22%).
6) Στις δαπάνες που λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη ποσοστού έως 30% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος περιλαμβάνονται τα περισσότερα από τα καθημερινά, μηνιαία και ετήσια έξοδα κάθε νοικοκυριού, όπως οι δαπάνες για αγορές τροφίμων, ποτών, ρούχων, παπουτσιών, κλινοσκεπασμάτων, χαρτικών ειδών, τσιγάρων, ειδών υγιεινής και καθαριότητος, για αγορές ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών συσκευών, επίπλων και άλλων διαρκών ειδών οικιακής χρήσης, οι δαπάνες για παντός είδους υπηρεσίες επισκευών, καθώς και τα έξοδα για πληρωμές λογαριασμών ΔΕΚΟ και κοινοχρήστων, για δίδακτρα, ιατρικές επισκέψεις, ιατρικές εξετάσεις, νοσήλια και ασφάλιστρα. Εξαιρούνται οι πληρωμές για ενοίκια, δάνεια, φόρους και τέλη υπέρ του δημοσίου, καθώς και οι δαπάνες για αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, δικύκλων (πλην ποδηλάτων), σκαφών, αεροπλάνων, αεροσκαφών, αποταμιευτικών και επενδυτικών προϊόντων (μετοχών, ομολόγων κ.λπ.).