Τα τελικά δεδομένα για το νέο αντι-ιικό χάπι της Pfizer κατά του κοροναϊού δείχνουν αποτελεσματικότητα σχεδόν 90% στην πρόληψη της νοσηλείας και του θανάτου σε ασθενείς υψηλού ρίσκου, ανακοίνωσε την Τρίτη η εταιρεία.
Επιπλέον, πρόσφατα εργαστηριακά δεδομένα υποδεικνύουν ότι η θεραπεία διατηρεί την αποτελεσματικότητά της έναντι της παραλλαγής Όμικρον που εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο.
To χάπι θα μπορούσε έτσι να γίνει μια από τις δύο πρώτες θεραπείες για την Covid-19 που χορηγείται από το στόμα, μαζί με το αντίστοιχο πειραματικό χάπι της Merck, το οποίο όμως μειώνει τον κίνδυνο νοσηλείας μόνο κατά 30%, και συναντά επιφυλάξεις από ορισμένους επιστήμονες που ανησυχούν για πρόκληση συγγενών ανωμαλιών.
Τα τελικά δεδομένα της Pfizer βρίσκονται σε συμφωνία με τα προκαταρκτικά αποτελέσματα για 1.200 εθελοντές που ανακοίνωσε η εταιρεία τον περασμένο μήνα, αποτελέσματα που έδειχναν ότι το χάπι προλαμβάνει το 89% των νοσηλειών και των θανάτων. Τα νέα δεδομένα αφορούν 1.000 επιπλέον εθελοντές.
Κανένας θάνατος δεν καταγράφηκε στην ομάδα που έλαβε τη θεραπεία, συγκριτικά με 12 στην ομάδα του ψευδοφαρμάκου (placebo).
To χάπι της Pfizer, το οποίο θα κυκλοφορήσει με την εμπορική ονομασία Paxlovid εφόσον εγκριθεί, λαμβάνεται κάθε 12 ώρες για πέντε ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων, μαζί με το παλαιότερο αντι-ιικό φάρμακο ριτοναβίρη.
Το χάπι, σχεδιασμένο να μπλοκάρει ένα ένζυμο του κοροναϊού, ανήκει στην κατηγορία των αναστολέων πρωτεάσης, η οποία περιλαμβάνει επίσης φάρμακα για τον HIV, την ηπατίτιδα C και άλλους ιούς.
Σε συνέντευξή του στο Reuters, ο επιστημονικός διευθυντής της Pfizer Μίκαελ Ντόλστεν έκανε λόγο για «εξαιρετικά αποτελέσματα» και εκτίμησε ότι οι αμερικανικές και ευρωπαϊκές ρυθμιστικές αρχές θα εγκρίνουν σύντομα την κυκλοφορία του φαρμάκου.
Ο Ντόλστεν διαβεβαίωσε επίσης πως, σύμφωνα με εργαστηριακά δεδομένα, η αντι-ιική θεραπεία καλύπτει την Όμικρον «όπως και οποιαδήποτε άλλη παραλλαγή ανησυχίας».
Η Pfizer είχε προηγουμένως ανακοινώσει ότι η παραγωγή θα καλύψει 180.000 ασθενείς φέτος και 80 εκατομμύρια το 2022.
Η αμερικανική κυβέρνηση έχει ήδη εξασφαλίσει προμήθειες για 10 εκατ. ασθενείς για το συνολικό ποσό των 5,29 δισ. δολαρίων.