Νέα ώθηση στο σχέδιο φορολόγησης και ελέγχου των κρυπτονομισμάτων επιχειρεί να δώσει το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών. Η ειδική Ομάδα Εργασίας του υπουργείου που είχε αναλάβει από τον Φεβρουάριο να συντάξει το νέο πλαίσιο καταργείται, με την αιτιολογία ότι πρέπει να αλλάξει το αντικείμενο της αποστολής της. Σύμφωνα με πληροφορίες, στόχος είναι η διεύρυνση του αντικειμένου της, ώστε να καλύψει όλες τις εκφάνσεις του ψηφιακού χρήματος και των άυλων περιουσιακών στοιχείων που σήμερα δεν φορολογούνται.
Παρά την τεράστια διάδοση των επενδύσεων σε εικονικά νομίσματα -που εξελίσσεται πια σε μόδα που θυμίζει Airbnb- παραμένει μια τεράστια «τρύπα» στην φορολογία τους στη χώρα μας. Για τα κέρδη από τέτοια μέσα επένδυσης δεν υπάρχει ακόμη ξεκάθαρη πρόβλεψη στην φορολογική νομοθεσία και οι χρήστες των νομισμάτων κινούνται σε γκρίζα ζώνη.
Ειδικά την ώρα της συμπλήρωσης του Ε1 πολλοί αναρωτιούνται εάν πρέπει να αναγράψουν και πώς τα εμβάσματα σε ευρώ από τα διεθνή ανταλλακτήρια (Bitcoin, Bitstamp κλπ), αλλά και πώς θα τα δικαιολογήσουν αν τους ζητηθεί από την εφορία.
Αποτέλεσμα είναι τελικά ότι συνήθως εκείνοι που τα δηλώνουν είναι άνεργοι ή άεργοι, για να δικαιολογήσουν τη διαβίωσή τους! Επιλέγουν αυτή τη λύση, αν δεν έχουν άλλα εισοδήματα αλλά εισέπραξαν πχ 10.000 ευρώ από bitcoin και τα έλαβαν μέσω εμβασμάτων. Τότε τα δηλώνουν, διότι ξέρουν πως κάθε προσαύξηση καταθέσεων εντοπίζεται πλέον από την εφορία.
Έλεγχοι της εφορίας εντοπίζουν συχνά κινήσεις με εμβάσματα χιλιάδων ευρώ, που προέρχονται από μετατροπές κρυπτονομσιμάτων σε ευρώ ή άλλα ξένα νομίσματα. Από μια πρώτη έρευνα όμως, διαφαίνεται πως ελάχιστοι δηλώνουν στο Ε1 του φόρου εισοδήματος τα κέρδη από συναλλαγές τέτοιων νομισμάτων. Μάλιστα παρατηρείται να δηλώνουν τα έσοδα αυτά κυρίως άνεργοι ή άτομα χωρίς εισοδήματα αλλά με σημαντική ακίνητη περιουσία, που θέλουν να καλύψουν τεκμήρια για να μην πληρώσουν φόρους.
Καθώς το φορολογικό πλαίσιο έχει κενά, οι πιο «συνεπείς» επιλέγουν να δηλώνουν αρχικά την αξία κτήσης και μετά την αξία πώλησης των κρυπτονομισμάτων, στους κωδικούς 743 και 781 του εντύπου Ε1, όταν υποβάλλουν την ετήσια δήλωση φόρου εισοδήματος. Μετά καταχωρούν την «υπεραξία» που αποκόμισαν στον κωδικό 865 και «καθαρίζουν» πληρώνοντας φόρο 15% (1.500 ευρώ στο παράδειγμα) σαν να είχαν κέρδη πχ από τόκους καταθέσεων -που τον καταβάλλουν όμως οι ίδιοι καθώς δεν έχει παρακρατηθεί κατά την πώληση φόρος από την τράπεζα όπως παρακρατείται στους τόκους.
Με τον τρόπο αυτό πάντως, αποφεύγουν να φορολογηθούν με τεκμήρια σε περίπτωση που αγοράσουν πχ ένα αυτοκίνητο που δε δικαιολογείται από τα «επίσημα» εισοδήματά τους. Ενώ αν τους γίνει έλεγχος, δεν θα πληρώσουν φόρο 22% για «πλασματικά» (αδήλωτα) εισοδήματα «αγνώστου πηγής». σαν να ήταν επιχειρήσεις -και με προκαταβολή φόρου 100% για την επόμενη χρονιά!
Η ασάφεια του πλαισίου δημιουργεί και άλλους κινδύνους όμως. Για παράδειγμα, τυχόν επαναλαμβανόμενες πωλήσεις (πάνω από τρεις μέσα σε 6 μήνες) μπορεί να θεωρηθούν σε περίπτωση φορολογικού ελέγχου σαν «επιχειρηματικές» συναλλαγές, με αποτέλεσμα ο χρήστης να ελέγχεται και να φορολογείται σαν επιτηδευματίας ή να απειλείται και με πρόστιμο γιατί δεν έκανε έναρξη επαγγέλματος και δεν τηρεί βιβλία!
Πώς θα ελέγχονται
Η Ομάδα Εργασίας θα κληθεί να αντιμετωπίσεi και άλλες περιπτώσεις όμως, όπως πχ τι γίνεται όταν οι κάτοχοι κρυπτονομισμάτων αποφεύγουν να τα εισπράξουν με τραπεζικό έμβασμα, αλλά εφαρμόζουν άλλες μεθόδους για να χρησιμοποιήσουν τα κέρδη τους χωρίς να τα δηλώσουν στην εφορία, όπως πχ ειδικές προπληρωμένες κάρτες από τις οποίες μπορούν να κάνουν και ανάληψη μετρητών σε ΑΤΜ, χωρίς να φαίνεται σαν κατάθεση στην τράπεζα.
Το φαινόμενο της διάδοσης νέου τύπου ηλεκτρονικών πληρωμών απασχολεί -πανευρωπαϊκά πλέον- όλο και περισσότερο τις φορολογικές διοικήσεις. Στην Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων μάλιστα έχουν τακτικές επαφές με φορολογικές διοικήσεις άλλων κρατών, αναζητώντας διεθνή συνεργασία με σκοπό την εξέλιξη των συστημάτων παρακολούθησης της high – tech φοροδιαφυγής.
Τα υπερκέρδη αυτά δεν εντοπίζονται εύκολα με τον «παραδοσιακό» φορολογικό έλεγχο. Για τον λόγο αυτό, όλα τα κράτη θέλουν να βάλουν «χέρι» στο blockchain, δηλαδή στα κατάστιχα των λογιστικών εγγραφών των συναλλαγών τέτοιων νομισμάτων.
Το blockchain είναι τεχνολογία που χρησιμοποιούν τα κρυπτονομίσματα -και πολλοί το συγχέουν με το ίδιο το Bitcoin αν και πρόκειται για εντελώς διαφορετικά πράγματα.
Το blockchain είναι ουσιαστικά μία σειρά καταχωρίσεων που αφορούν συναλλαγές, σε ένα δημόσιο κατάστιχο (ledger).
Καθώς δεν εποπτεύεται σαν νόμισμα από καμία κεντρική Τράπεζα ή άλλη εποπτική αρχή, η αξία του ελέγχεται δημόσια και μετριέται από αυτό το «κατάστιχο» όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι αποθηκεύουν ένα αντίγραφό του. Το blockchain λειτουργεί έτσι ως ένα λογιστικό “καθολικό”, το οποίο είναι κοινό και προσπελάσιμο για όλους τους συμμετέχοντες στο σύστημα συναλλαγών με κρυπτονομίσματα, ώστε να υπολογίζεται και να διασφαλίζεται η δίκαιη αποτίμηση της αξίας του κρυπτονομίσματος.