Τα όσα πρωτοφανή συνέβησαν στην Εθνική Πινακοθήκη μετά τους βανδαλισμούς από τον που προκάλεσε ο βουλευτής της Νίκης, Νίκος Παπαδόπουλος σχολιάζει με άρθρο του ο Μητροπολίτης Πατρών Χρυσόστομος.
Αναλυτικά στο άρθρο του που τιτλοφορείται “Η ασυδοσία της «τέχνης» στο μεγαλείο της”, ο Μητροπολίτης Πατρών αναφέρει:
Η «ύβρις» είναι το ίδιον της εποχής μας, η οποία δεν μπορεί να αντέξη την φωτεινότητα του πνεύματος και επιχειρεί να αμαυρώση την Εικόνα και «το κατ’ εικόνα», αφού έχει τα πάντα απαξιώσει μέσα από το πνεύμα της άκρας ασυδοσίας, του λεγομένου δικαιωματισμού και της ανεκτικότητος.
Και βέβαια δεν έχει ανάγκη υπερασπίσεως ο Κύριος μας, η η Παναγία μας και οι Άγιοί μας, αλλά εμείς έχομε χρέος να εκφράσωμε την αντίθεσή μας και, αν θέλετε, την διαμαρτυρία μας, για αυτή την βεβήλωση των Ιερών και των Οσίων μας, των βαθυτάτων πιστευμάτων της καρδιάς μας, των ιερών σεβασμάτων μας, εκφράζοντας και το Χριστεπώνυμο Πλήρωμα της Μητροπόλεώς μας και όχι μόνο.
Το «δόγμα» ότι η τέχνη δεν έχει όρια, σημαίνει, εν τέλει, ότι η τέχνη δεν έχει ήθος και διά τούτο μια τέτοια τέχνη την απορρίπτομε.

Όμως πρέπει κάποτε και οι υπεύθυνοι, εν προκειμένω στον πολιτισμό και στην Εθνική Πινακοθήκη να κατανοήσουν ποια είναι τα όρια της τέχνης, αλλά και οι ευθύνες οι δικές τους.
Λυπούμεθα για αυτή την πρόκληση και ύβρη. Και δεν πρόκειται, δυστυχώς, στον τόπο μας μόνο, περί της ύβρεως των θείων και ιερών προσώπων, αλλά προστίθεται και η βεβήλωσις κατά καιρούς, των αδριάντων των Ηρώων και Μαρτύρων της Πίστεως και της Πατρίδος και των μνημείων του Γένους μας, που μαρτυρούν τις θυσίες των αιμάτων των προγόνων μας, ώστε ελεύθερα κάποιοι και ασύδοτα και ατιμώρητα να μπορούν να προσβάλλουν την ιερά τους μνήμη. Για το που και πως έφτασε αυτός ο τόπος σ’ αυτό το χάλι έχομε όλοι τις ευθύνες μας.
Λυπούμεθα για αυτήν την προσβολή της πίστεως των Ορθοδόξων Χριστιανών, αφού η Παναγία μας είναι το ιερώτερο Πρόσωπο μετά τον Κύριόν μας και οι Άγιοί μας, οι πρέσβεις προς Κύριον και επαναλαμβάνομε προσευχητικά και εν αγάπη.
«Κύριε, άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι».
