Σας έχει τύχει να νιώσετε ένα τσίμπημα στα χέρια ή τα πόδια, σαν να σας τρυπά μια βελόνα; Αυτό το σύμπτωμα, σύμφωνα με τους ειδικούς, θα μπορούσε να είναι σημάδι νευροπάθειας, μιας πάθησης πολύ συχνότερης απ’ όσο πιστευόταν έως τώρα. Νέα μελέτη, μάλιστα, αποκάλυψε ότι 3 στους 4 συμμετέχοντες που εξετάστηκαν βρέθηκαν θετικοί στα τεστ νευροπάθειας. Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν, ένας άνθρωπος με νευροπάθεια βιώνει ουσιαστικά νευρική βλάβη, η οποία προκαλεί πόνο και μούδιασμα στα άκρα. Μπορεί αυτό να μην ακούγεται ιδιαίτερα σοβαρό, οι ειδικοί ωστόσο προειδοποιούν ότι η νευροπάθεια μπορεί να οδηγήσει σε πτώσεις, λοιμώξεις, ακόμη και ακρωτηριασμούς σε σοβαρές περιπτώσεις.
«Περισσότερο από το 1/3 των ατόμων με νευροπάθεια βιώνουν οξύ πόνο, κάτι το οποίο ενισχύει τα ποσοστά κατάθλιψης και μειώνει την ποιότητα ζωής τους», αναφέρει η ερευνήτρια Melissa A. Elafros, MD, PhD, από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν και μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Νευρολογίας. «Τα άτομα με νευροπάθεια αντιμετωπίζουν επίσης αυξημένο κίνδυνο πρόωρου θανάτου, επομένως ο εντοπισμός και η θεραπεία της νευροπάθειας ή της προδιάθεσης για την πάθηση είναι κρίσιμοι παράγοντες».
- Υψηλή αρτηριακή πίεση
- Υψηλά τριγλυκερίδια
- Υψηλό σάκχαρο αίματος
- Χαμηλή HDL(«καλή») χοληστερόλη.
Η δρ. Elafros σημειώνει ότι όλοι αυτοί οι παράγοντες κινδύνου του μεταβολικού συνδρόμου συμβάλλουν επίσης στην εμφάνιση νευροπάθειας.
Αφού εξέτασαν κάθε άτομο για πολυνευροπάθεια, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το εντυπωσιακό 73% χαρακτηριζόταν πράγματι από κάποιο βαθμό νευρικής βλάβης. Ανησυχητικό είναι ότι 3 στους 4 ασθενείς που βρέθηκαν θετικοί σε τεστ νευροπάθειας δεν είχαν διαγνωστεί ποτέ στο παρελθόν με αυτή την πάθηση. Ωστόσο, το 60% παραδέχθηκε ότι είχε βιώσει πόνο που σχετιζόταν με τη νευροπάθεια.
«Ο αριθμός των ασθενών με νευροπάθεια σε αυτή τη μελέτη -κυρίως μη διαγνωσμένη- ήταν εξαιρετικά υψηλός, αφού αφορούσε σε σχεδόν τα ¾ των συμμετεχόντων», καταλήγει η δρ. Elafros. «Αυτό αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη για παρεμβάσεις που βελτιώνουν τη διάγνωση και τη διαχείριση αυτής της πάθησης, καθώς και την ανάγκη για τη διαχείριση των παραγόντων κινδύνου που μπορούν να οδηγήσουν σε αυτή».