Για ακόμη μία φορά η «Daily Mail» δημοσιεύει καταγγελίες για υπέρογκες χρεώσεις σε βάρος τουριστών στη Μύκονο.
Πιο συγκεκριμένα, δύο Δανές τουρίστριες -οι οποίες εργάζονται στη χώρα τους ως νοσοκόμες- καταγγέλλουν στη βρετανική εφημερίδα ότι στον λογαριασμό που τους πήγε στο beach bar αναγραφόταν ένα εξωφρενικό ποσό που σε καμία περίπτωση δεν ανταποκρινόταν σε όσα είχαν παραγγείλει.
«Περνούσαμε από εκείνο το μπαρ και μας είπαν ότι μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε τις ξαπλώστρες, αν παίρναμε ένα ποτό. Η παραλία είχε πολύ κόσμο και δεν βρίσκαμε να καθίσουμε, έτσι δεχτήκαμε» δήλωσε η Amanda Miehs.
Και συνέχισε: «Πήραμε μόνο ένα κοκτέιλ Μοχίτο, ένα ενεργειακό ποτό και δύο κυρίως πιάτα: μουσακά και καλαμάρια. Ζητούσα συνέχεια το μενού για να δω τι θα μας χρεώσουν. Αλλά δεν μας το έδωσαν ποτέ. Ένας σερβιτόρος μας είπε ότι δεν μπορούσε να μας δείξει τις τιμές, γιατί μας είχε κάνει έκπτωση και έπρεπε να συνεννοηθεί με το αφεντικό του».
Όπως αναφέρει η 28χρονη, «όσο ήμασταν εκεί, μας τηλεφώνησε η φίλη μας, η Paresa, η οποία επίσης κάνει διακοπές στη Μύκονο, και είπε ότι ήλπιζε να μην ήμασταν σε αυτό το μπαρ, για το οποίο είχε διαβάσει ότι έχει εξαπατήσει πελάτες με υπερβολικές χρεώσεις. Αποφασίσαμε να φύγουμε. Τότε, συνειδητοποίησα γιατί οι περισσότερες ξαπλώστρες δίπλα μας ήταν άδειες. Προφανώς, είχαν όλοι προειδοποιηθεί να μην πλησιάσουν».
«Όταν πήγαμε στο μπαρ για να πληρώσουμε, μας είπαν ότι ο λογαριασμός ήταν 553 ευρώ. Αναστατωθήκαμε, θυμώσαμε και τελικά συμφώνησαν να μειώσουν τον λογαριασμό κατά 118 ευρώ και να πληρώσουμε 433».
Την ίδια στιγμή, όταν 32χρονος εργαζόμενος σε τοπικό κατάστημα πραγματοποίησε μια δοκιμή για λογαριασμό της DailyMail για να δει αν οι ντόπιοι θα χρεώνονταν τις ίδιες υψηλές τιμές στο μπαρ, το προσωπικό τον προειδοποίησε να φύγει, επειδή «οι τιμές ήταν πολύ υψηλές».
Όπως είπε: «Μου έφεραν ένα κοκτέιλ αφού είχα παραγγείλει στα ελληνικά. Τους είχα πει ότι ζούσα στη Μύκονο και ότι ήμουν ντόπιος, όπως και εκείνοι. Μου είπαν αρχικά ότι δεν έπρεπε να πάω στο μπαρ, καθώς οι τιμές ήταν πολύ υψηλές και ότι μπορεί να μην μπορούσα να το αντέξω οικονομικά. Καθώς αρχίσαμε να μιλάμε, έγιναν φιλικοί και μου σέρβιραν ένα κοκτέιλ».