Είναι πράγματι απορίας άξιο πώς ορισμένοι άνθρωποι έχουν καταφέρει να αποφύγουν τον κορωνοϊό και κάθε παραλλαγή του από τη στιγμή που εμφανίστηκε για πρώτη φορά. Οι ειδικοί ρίχνουν φως στις σπάνιες αυτές περιπτώσεις και αποκαλύπτουν όσα γνωρίζουν μέχρι στιγμής.
Δυόμισι χρόνια μετά το ξέσπασμα της πρωτοφανούς πανδημίας και φαίνεται ότι η πλειονότητα των ανθρώπων έχουν βρεθεί θετικοί τουλάχιστον μία φορά σε κάποια από τις παραλλαγές του κορωνοϊού ενώ ορισμένοι έχουν προσβληθεί από την COVID-19 ακόμα και πάνω από δύο. Ωστόσο, υπάρχουν και κάποιοι που ενώ ζουν και εργάζονται σε περιβάλλοντα υψηλής έκθεσης στον ιό δεν έχουν βγει ποτέ θετικοί, γνωστοί και ως «Never Covid» ή «Novids».
Πώς τα έχουν καταφέρει
Με την ελπίδα να εντοπίσουν τους παράγοντες που θα μπορούσαν να αποτρέψουν μια πιθανή μόλυνση από τον κορωνοϊό, ερευνητές και επιστήμονες ξεκίνησαν να μελετούν τις σπάνιες αυτές περιπτώσεις. Οι πιο σημαντικοί παράγοντες που εντόπισαν, περιλαμβάνουν:
· Γενετική σύνθεση.
· Εμβολιασμός.
· Τήρηση μέτρων προστασίας, όπως η κοινωνική αποστασιοποίηση και η χρήση μάσκας.
· Η δυνατότητα εργασίας από το σπίτι.
«Υπάρχουν πιθανώς πολλές διαφορετικές αιτίες. Μία από τις πιο σημαντικές είναι ο εμβολιασμός» ανέφερε χαρακτηριστικά επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Τζονς Χόπκινς στο Μέριλαντ Ερικα Τζόνσον, η οποία προεδρεύει του Συμβουλίου Λοιμωδών Νοσημάτων του Αμερικανικού Συμβουλίου Εσωτερικής Ιατρικής.
Η ηλικία, ο χρόνος και ο τύπος της ανοσολογικής απόκρισης, η έκθεση πριν είτε μετά τον εμβολιασμό, τυχόν χρόνιες ασθένειες… όλα αυτά εμπλέκονται και επηρεάζουν την ανοσολογική απόκριση ενός ατόμου, συμπληρώνει.
Ορισμένοι άνθρωποι έχουν τηρήσει όλο αυτό το διάστημα με μεγαλύτερη συνέπεια τα μέτρα προστασίας, όπως ο εμβολιασμός αλλά και η λήψη ενισχυτικής δόσης, η αποφυγή του συγχρωτισμού, η εργασία εξ αποστάσεως και η αποφυγή ταξιδιών και τοποθεσιών που αυξάνουν τον κίνδυνο, επισημαίνουν οι ειδικοί. Αυτά τα μέτρα μειώνουν τον κίνδυνο μόλυνσης και, όταν συνδυαστούν μαζί, μπορούν να παρέχουν σημαντική προστασία έναντι της μόλυνσης από την COVID-19 μακροπρόθεσμα.
Τι ρόλο παίζουν τα γονίδια;
Eρευνα από τις αρχές του έτους υπογραμμίζει ότι άτομα με μια συγκεκριμένη γενετική σύνθεση μπορεί να είναι πιο επιρρεπή σε μόλυνση από τον κορωνοϊό. Ωστόσο, οι ερευνητές σημειώνουν ότι ορισμένοι τύποι γονιδιακών εκφράσεων θα μπορούσαν επίσης να παρέχουν προστατευτική δράση, κάτι που είναι ήδη γνωστό για άλλες μολυσματικές ασθένειες.
Για να κατανοήσουν κατά πόσο μπορεί να επηρεάσει η ατομική γενετική σύνθεση την πιθανότητα μόλυνσης, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο Rockefeller στη Νέα Υόρκη χρησιμοποιήσαν μεθόδους με τεχνολογία αιχμής για να μελετήσουν ανθρώπους που φαίνονται να είναι φυσικά ανθεκτικοί στον SARS-CoV-2.
Η ανοσολογική απόκριση ενός ατόμου σε άλλες ασθένειες μπορεί επίσης να παρέχει κάποια προστασία έναντι του κορωνοϊού. Oπως αναφέρουν ερευνητές σε μελέτη που δημοσιεύθηκε στο «Journal of Allergy and Clinical Immunology», τα άτομα με τροφικές αλλεργίες φαίνεται να έχουν χαμηλότερο κίνδυνο για COVID-19.
Υπάρχουν επίσης, ορισμένα στοιχεία σχετικά με την προστατευτική δράση από την έκθεση σε άλλους κορωνοϊούς, όπως εκείνον του κοινού κρυολογήματος.
Ποιες οι πιθανότητες να παραμείνουν «Novids»
Η μειωμένη προσοχή σε προληπτικά μέτρα όπως η χρήση μάσκας και η κοινωνική αποστασιοποίηση, σε συνδυασμό με την αύξηση των ανθεκτικών στα εμβόλια και των ανθεκτικών στο ανοσοποιητικό παραλλαγών της COVID-19, όπως το BA.5, θα μπορούσε να μειώσει τον αριθμό των «Novids».
Τώρα που ζούμε σε έναν σχεδόν μεταπανδημικό κόσμο, όπως λένε οι ειδικοί, μπορούμε να απολαύσουμε δραστηριότητες που κάναμε παλαιότερα, έχοντας όμως κατά νου ότι ακόμα και αν ακολουθούμε τα μέτρα πρόληψης μπορεί να σταθούμε άτυχοι και τελικά να κολλήσουμε. Υπάρχει ένα ποσοστό τύχης σε όσους έχουν καταφέρει να το αποφύγουν, καταλήγουν.