Σε μία από τις καθημερινές συσκέψεις, ανάμεσα στα θέματα που συζητάγαμε, συνάδελφος που διαμένει στα νότια προάστια και πηγαινοέρχεται στο γραφείο μέσω στης παραλιακής έριξε την ιδέα για ένα νυχτερινό επιτόπιο ρεπορτάζ στην Αθηναϊκή Ριβιέρα.
Ο σκοπός του ρεπορτάζ δεν ήταν για να διαπιστώσουμε την πορεία των έργων με τις… υπογειοποιήσεις και τις πεζογέφυρες, αλλά να χαρτογραφήσουμε την περιοχή όταν φαίνονται μόνο τα φώτα των διερχόμενων αυτοκινήτων και των λαμπερών μαρκιζών στα νυχτερινά κέντρα διασκέδασης. Εκεί όπου, ανάμεσα στα μοδάτα κλαμπ, τις πίστες, τα ακριβά εστιατόρια και τα ξεχασμένα «στολίδια» των ολυμπιακών ακινήτων, από νωρίς το βράδυ μέχρι τα ξημερώματα κάνουν την εμφάνισή τους οι «πεταλούδες της νύχτας».
Τι έχει αλλάξει
Βράδυ Παρασκευής 9 Φεβρουαρίου: Κατηφορίζουμε στα νότια προάστια μέσω της λεωφόρου Ποσειδώνος. Από τις αρχές των 00s ήταν γνωστό πως στην Αθηναϊκή Ριβιέρα φοιτήτριες πουλάνε το κορμί τους για ένα έξτρα εισόδημα. Το ρεπορτάζ όμως θα σκιαγραφήσει μια άλλη πραγματικότητα, αφού από τότε έχουν αλλάξει πολλά. Στην εποχή των social media και των ερωτικών πλατφορμών τύπου OnlyFans, δύσκολα κάποια νεαρή Ελληνίδα «βγαίνει στο κλαρί», όσο κι αν έχει ανάγκη τα χρήματα, τη στιγμή που μπορεί εύκολα να τζιράρει χιλιάδες ευρώ κάθε μήνα ανεβάζοντας «ροζ» φωτογραφίες και βίντεο ανώδυνα και πάνω απ’ όλα δίχως κίνδυνο, προστάτες και πελάτες με… βίτσια!
Αποτέλεσμα; Οπως διαπιστώσαμε, οι Ελληνίδες φοιτήτριες και μη να έχουν εξαφανιστεί και τη θέση τους να παίρνουν νεαρές από χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, θύματα του trafficking ή απλώς των περιστάσεων… «Πόσο πάει;» ρωτάμε μια εντυπωσιακή ψηλή ξανθιά που κάνει πιάτσα κοντά στο Ασκληπιείο Βούλας, για να πάρουμε τη λιτή απάντηση: «Τριάντα ευρώ το στοματικό, 40 το απλό πρόγραμμα στο αμάξι, 60 στο ξενοδοχείο και βλέπουμε…» Ανταλλάσσουμε κάποιες κλεφτές κουβέντες για λίγα δευτερόλεπτα, εμείς στο αμάξι κι αυτή σκυμμένη στο παράθυρο. Αρνείται να μας πει το όνομά της. Μας λέει μόνο ότι είναι 26 χρονών, με καταγωγή από τη Ρουμανία. Την καληνυχτίζουμε και συνεχίζουμε το ρεπορτάζ μας.
Λίγα μέτρα παρακάτω στρίβουμε για το ρεύμα που πάει προς Αθήνα. Νωρίτερα, καθώς ερχόμασταν από το Φάληρο, δεν είχαμε βρει κορίτσια να κάνουν πιάτσα. Αισθητή η παρουσία της Αστυνομίας, με περιπολικά και άνδρες της ομάδας ΔΙΑΣ να ανεβοκατεβαίνουν την Ποσειδώνος και τις κάθετες οδούς. Προφανώς γνωρίζουν ότι κάθε βράδυ υπάρχουν ιερόδουλες που ασκούν χωρίς άδεια το αρχαιότερο επάγγελμα και έχουν εντολή να τις προσάγουν…
«Σαφώς, ούτε τα μαγαζιά ούτε οι κάτοικοι τις θέλουν» μου είχε πει ένας γνωστός μου, παλιός «πελάτης» του αγοραίου έρωτα. «Οι κάτοικοι, εδώ και χρόνια, διότι θεωρούν ότι με την παρουσία τους υποβαθμίζεται η ποιότητα αυτής της ολοένα ανερχόμενης περιοχής, και κάποια μαγαζιά επειδή τους… παίρνουν την πελατεία» συμπλήρωσε όλο νόημα. Πράγματι, εάν κάποιος παρατηρήσει τα σημεία στα οποία κάθε κοπέλα έχει το «πόστο» της, θα διαπιστώσει ότι, εκτός του ότι βρίσκεται σε κάποιο εμφανές σημείο (π.χ. στάση λεωφορείου ή τραμ) για λόγους ασφαλείας και προκειμένου να είναι ορατή για τους επίδοξους πελάτες, είναι και μακριά από τα μεγάλα κέντρα διασκέδασης.
Στη Γλυφάδα
Φτάνουμε στη Γλυφάδα. Δεν υπάρχει ίχνος κοπέλας κι ας κοντεύει 12 τα μεσάνυχτα. Σίγουρα έπεσε σύρμα, σκεφτόμαστε, ενώ ένα περιπολικό μάς προσπερνά με ταχύτητα. Πράγματι, οι μόνοι πεζοί που κυκλοφορούν τέτοια ώρα στην Ποσειδώνος είναι Ασιάτες άντρες, που εργάζονται στα διάφορα καταστήματα της παραλιακής, και κουρασμένοι πολίτες που περιμένουν το λεωφορείο για να πάνε στο σπίτι. Με λίγα λόγια, τα πράγματα είναι «ψόφια»…
Αφού αφήνουμε πίσω μας το πρώην αεροδρόμιο του Ελληνικού και μπαίνουμε στον Αλιμο, εισερχόμαστε σε έναν παράδρομο της Ποσειδώνος. Εκεί διακρίνουμε δύο γυναικείες φιγούρες. Μας καρφώνουν με το βλέμμα καθώς τις προσεγγίζουμε. Αποφασίζουμε να μην αποκρύψουμε την πραγματική μας ιδιότητα, αφού πρώτα εξακριβώνουμε με τα μάτια ότι δεν θα εμφανιστεί από το πουθενά κάποιος «αγαπητικός», και εν συνεχεία κερδίζουμε την εμπιστοσύνη τους με αστειάκια.
Σπαστά ελληνικά
Αλβανικής καταγωγής και οι δύο, γύρω στα 30 με 35, με την μία να μιλάει λίγα σπαστά ελληνικά. Μας λένε πως εργάζονται εδώ και λίγο καιρό στο συγκεκριμένο σημείο, πως δεν υπάρχει αρκετή δουλειά, ενώ ταυτόχρονα τονίζουν ότι υπάρχουν λίγες κοπέλες, καθεμία με συγκεκριμένο, δικό της «πόστο», και πως οι τιμές του… μενού είναι στάνταρ για όλες. Δεν μας αναφέρουν όμως πώς βρέθηκαν στον δρόμο ούτε τα ονόματά τους, ωστόσο απαντούν στο ερώτημά μας πού έχουν εξαφανιστεί όλες αυτές οι κοπέλες που εργάζονταν στην Ποσειδώνος με ένα ξερό: «Παντρεύτηκαν!»
Εν κατακλείδι, παίρνοντας τον δρόμο της επιστροφής, μπορούμε να καταλήξουμε σε ένα ασφαλές συμπέρασμα: Σίγουρα στις μέρες μας δεν υπάρχουν φοιτήτριες που κάνουν «πεζοδρόμιο» στην Παραλιακή, όπως θέλει ένας αστικός μύθος που αντέχει εδώ και δύο δεκαετίες, και σίγουρα όσες κοπέλες εκδίδονται είναι στις περισσότερες περιπτώσεις αλλοδαπές. Ακριβώς όπως παρατηρείται στα διάφορα στέκια του αγοραίου έρωτα της Αθήνας. Και όλα αυτά σε μια Αθήνα που, αν και διαρκώς μεταβάλλεται και φτωχοποιείται, ποτέ δεν θα εκλείψει το φαινόμενο του εφήμερου αγοραίου έρωτα.