Απαραίτητο εργαλείο για να ταξιδέψει κανείς εκτός συνόρων, αλλά και για να βρει δουλειά, αποτελεί η δεύτερη γλώσσα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση τουλάχιστον φαίνεται πως έχει δοθεί ιδιαίτερα υψηλή αξία στην εκμάθηση των ξένων γλωσσών, αφού περίπου τα δύο τρίτα των Ευρωπαίων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας (δηλαδή από 25 έως 64 ετών) ξέρουν τουλάχιστον μία ξένη γλώσσα.
Ενδεικτικά, άνω του 90% του πληθυσμού σε Σουηδία, Σλοβενία, Δανία, Λετονία, Λιθουανία και Λουξεμβούργο ( το οποίο έχει τρεις επίσημες γλώσσες, τα γερμανικά, τα γαλλικά και βέβαια την τοπική γλώσσα) ξέρουν τουλάχιστον μία επιπλέον γλώσσα.
Σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα κατατάσσεται πέμπτη από το τέλος και βρίσκεται κάτω από το μέσο όρο του 66% της Ε.Ε., με το 58% των Ελλήνων να δηλώνουν ότι γνωρίζουν κάποια ξένη γλώσσα. Μεταξύ των 28 μόνο στη Βουλγαρία και την Ουγγαρία σημειώνονται χαμηλά ποσοστά της τάξης του 39% και του 37% αντίστοιχα.
Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι οι νεότερες γενιές λαμβάνουν σχεδόν σε όλες τις χώρες υποχρεωτικά μαθήματα ξένων γλωσσών στο δημοτικό ή το γυμνάσιο. Ενδεικτικά, σύμφωνα με στοιχεία της Pew Research από το 2016, το 92% των Ευρωπαίων μαθητών μαθαίνει μία ξένη γλώσσα στο σχολείο.