«Ρώτησα έναν μεσίτη και μου είπε ότι τόσο αξίζει το σπίτι, οπότε αυτή είναι η τιμή πώλησης – ενοικίασης», αποτελεί μια από τις πιο κοινές φράσεις που θα ακούσει όποιος βρίσκεται σήμερα σε αναζήτηση κατοικίας είτε για αγορά είτε για ενοικίαση. Πολλές φορές, όμως, ο μεσίτης αυτός (αν είναι όντως πραγματικός και όχι παραμεσίτης, δηλαδή κάποιος που ασκεί το επάγγελμα για να συμπληρώσει το εισόδημά του) επιχειρεί να «φουσκώσει» την αξία του ακινήτου προκειμένου να δελεάσει τον ιδιοκτήτη και να εξασφαλίσει την αποκλειστική εκπροσώπηση του διαμερίσματος. Ακόμη πιο συχνά, αμφότεροι θα μείνουν να παρακολουθούν το σπίτι να μένει απούλητο – ξενοίκιαστο, λόγω της υπερβολικής του αποτίμησης και θα χρειαστεί να γίνει διόρθωση της αρχικής τιμής.
Σύμφωνα με τον Σύλλογο Μεσιτών Αθηνών – Αττικής, περίπου 4.000-4.500 άτομα λειτουργούν με το καθεστώς του παραμεσίτη, χωρίς τον σχετικό αριθμό ΓΕΜΗ.
Η στρέβλωση αυτή υπήρχε και την περίοδο πριν από την οικονομική κρίση, όταν και πάλι είχε ανθήσει η παραμεσιτεία ή είχαν παρεισφρήσει στη μεσιτική αγορά άνθρωποι που δεν είχαν καμία γνώση της αγοράς ακινήτων, αλλά ήθελαν να επωφεληθούν από την ανάπτυξή της, μέσω της αποκόμισης ενός γρήγορου και ευκαιριακού κέρδους. Η ζημιά όμως που προκαλούν είναι πολυεπίπεδη, καθώς έχουν δημιουργήσει αποστροφή στη μεγάλη πλειονότητα της κοινής γνώμης για το επάγγελμα του μεσίτη, ενώ λειτουργούν και με γνώμονα το προσωπικό κέρδος και όχι τη σωστή εκπροσώπηση όλων των πλευρών, δηλαδή τόσο του πωλητή όσο και του αγοραστή, με δεδομένο ότι στην ελληνική αγορά απουσιάζει ο ρόλος του συμβούλου αγοράς κατοικίας.
Κάπως έτσι φουσκώνουν τις τιμές και… τα «μυαλά» των ιδιοκτητών, πολλοί εκ των οποίων στερούνται οικονομικής παιδείας και ταυτόχρονα δεν έχουν καμία γνώση επί της αγοράς ακινήτων. Το τελικό αποτέλεσμα βέβαια είναι η απογοήτευση των ενδιαφερομένων, κι έτσι πολλά από τα ακίνητα που βρίσκονται στις αγγελίες παραμένουν εκεί για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Σύμφωνα με στοιχεία του Συλλόγου Μεσιτών Αθηνών – Αττικής, οι παράνομοι μεσίτες είναι σήμερα περισσότεροι από τους νόμιμους. Οπως αναφέρει στην «Κ» ο Λευτέρης Ποταμιάνος, «τα εγγεγραμμένα μέλη του συλλόγου μας είναι περί τα 2.500, ενώ άλλοι 1.500 μεσίτες, ναι μεν δεν είναι εγγεγραμμένοι (άλλωστε είναι προαιρετικό), ωστόσο γνωρίζουμε ότι λειτουργούν νόμιμα, δηλαδή έχουν αριθμό ΓΕΜΗ. Ωστόσο, υπολογίζεται ότι άλλοι τόσοι ή και περισσότεροι, δηλαδή περίπου 4.000-4.500 λειτουργούν με το καθεστώς του παραμεσίτη, χωρίς τον σχετικό αριθμό ΓΕΜΗ, μεσολαβώντας για μεσιτικές συναλλαγές και αποκομίζοντας περιουσιακό όφελος για την υπηρεσία αυτή. Στην πράξη αντιποιούνται το επάγγελμα του μεσίτη αστικών συμβάσεων και κάνουν πολλαπλό κακό, όχι μόνο στον κλάδο μας, αλλά και στην αγορά, λόγω της έλλειψης κατάρτισης και γνώσεων».
Μάλιστα, ακριβώς λόγω της ιδιόμορφης αυτής κατάστασης, ακόμη και οι κυρώσεις που ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν οι άνθρωποι αυτοί, σε σχέση με έναν επαγγελματία μεσίτη, είναι αμελητέες. «Αν ένας νόμιμος μεσίτης βρεθεί να επιδίδεται σε παράνομες πρακτικές, π.χ. να εξαπατά πελάτες του, να μην είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του κ.λπ., αντιμετωπίζει κυρώσεις, όπως αφαίρεση άδειας και πρόστιμο έως 30.000 ευρώ. Το μόνο που αντιμετωπίζει ένας παραμεσίτης είναι η επιβολή ενός χρόνου φυλάκισης με αναστολή», επισημαίνει ο κ. Ποταμιάνος.