«Εχει κι άλλο να ξύσει από τον πάτο του βαρελιού», έλεγε την περασμένη Πέμπτη εκπρόσωπος αγροτών, παραπέμποντας στη σχετική αναφορά του πρωθυπουργού, όταν ανακοίνωνε τα μέτρα στήριξης της αγροτικής και κτηνοτροφικής παραγωγής, που προφανώς δεν ικανοποίησαν.
Όπως σημειώνει ρεπορτάζ της Καθημερινής, την ίδια μέρα, το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ανακοίνωνε τα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού του Ιανουαρίου, που εκ πρώτης όψεως φαίνονταν να δικαιολογούν την εκτίμηση ότι «λεφτά υπάρχουν». Ενα πρωτογενές πλεόνασμα 2,122 δισ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 1,118 δισ. ευρώ και φορολογικά έσοδα αυξημένα κατά 461 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου ή 399 εκατ. ευρώ μετά την αφαίρεση των επιστροφών.
Πλην, όμως, η πρώτη αυτή εντύπωση είναι απατηλή. Στην πραγματικότητα, όπως εξηγεί το ίδιο το υπουργείο στην ανακοίνωση των στοιχείων εκτέλεσης του προϋπολογισμού του Ιανουαρίου, η υπέρβαση των στόχων στον πρώτο μήνα του χρόνου αποδίδεται σχεδόν εξ ολοκλήρου στα οικονομικά αποτελέσματα του προηγούμενου χρόνου, καθότι συνεχίζεται μέχρι και τον Φεβρουάριο η είσπραξη φόρων (εισοδήματος, ΦΠΑ, ΕΝΦΙΑ και τέλη κυκλοφορίας) του 2023. Μάλιστα, η εκτίμηση –και τα καλά νέα– είναι ότι τελικά το 2023 θα κλείσει με υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα από την πρόβλεψη για 1,1% του ΑΕΠ. Αλλά αυτό δεν μπορεί να διανεμηθεί φέτος. Το 2024, προς το παρόν, κινείται εντός στόχων, χωρίς όμως υπερβάσεις.
Δεν είναι, όμως, μόνο τα στοιχεία του Ιανουαρίου που υπαγορεύουν αυτοσυγκράτηση στο οικονομικό επιτελείο. Πηγή του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, απαντώντας στο ερώτημα αν υπάρχουν περιθώρια για άλλες παροχές, επισήμανε στην «Κ» ότι η φετινή χρονιά δεν θα είναι δημοσιονομικά εύκολη. Η χώρα καλείται να αυξήσει το πρωτογενές της πλεόνασμα κατά περίπου 2 δισ. ευρώ για να πετύχει τον στόχο του 2,1% που προβλέπει ο προϋπολογισμός του 2024, αλλά και που έχει υποσχεθεί στους εταίρους της στο πλαίσιο του Προγράμματος Σταθερότητας.
Αυτό το αποτέλεσμα δεν μπορεί να το διακινδυνεύσει με τίποτα, καθώς φέτος επιστρέφουν οι αυστηροί κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας, έπειτα από τέσσερα χρόνια εφαρμογής της ρήτρας γενικής διαφυγής λόγω COVID-19 και ενεργειακής κρίσης. Το νέο Σύμφωνο θα ισχύει από το 2025, αλλά ήδη από φέτος εφαρμόζονται οι στόχοι για όριο αύξησης των καθαρών πρωτογενών δαπανών, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις που έχει δώσει η Κομισιόν. Η υπαγωγή σε διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος είναι ένας εφιάλτης τον οποίο δεν θα ρισκάρει, βεβαίως, σε καμιά περίπτωση η κυβέρνηση να ζήσει ξανά η χώρα. Αλλωστε, πριν φτάσει σ’ αυτό το σημείο, η Ελλάδα, που παραμένει η πιο υπερχρεωμένη χώρα της Ε.Ε., θα τιμωρηθεί σκληρά από τις αγορές.
Στις δημοσιονομικές δυσκολίες του 2024 πρέπει να προστεθούν, όπως επισημαίνουν οι πηγές του ΥΠΕΘΟ, οι αβεβαιότητες στο παγκόσμιο σκηνικό, που δεν έχουν εκλείψει. Ουκρανία και Μέση Ανατολή μπορούν πάντα να τορπιλίσουν την οικονομία και τον προϋπολογισμό μέσω των τιμών των καυσίμων.
Επιπλέον, προσθέτουν, υπάρχουν κίνδυνοι για την ανάπτυξη και άρα για τα έσοδα του προϋπολογισμού, μετά την αναθεώρηση προς τα κάτω από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή των προβλέψεών της για την αύξηση του ΑΕΠ στην Ευρωζώνη. Πράγματι, η Κομισιόν προέβλεψε στις χειμερινές της προβλέψεις την περασμένη εβδομάδα ρυθμό ανάπτυξης 0,8% στην Ευρωζώνη, έναντι 1,2% στην προηγούμενη φθινοπωρινή της εκτίμηση. Για την Ελλάδα, εξάλλου, κανένας φορέας δεν έχει τόσο αισιόδοξη πρόβλεψη για φέτος όσο η κυβέρνηση, δηλαδή 2,9%. Η Κομισιόν προβλέπει 2,3%.
Κι ενώ όλα αυτά συμβαίνουν, ο σχεδιασμός του προϋπολογισμού έχει ήδη παραβιαστεί με παροχές 217 εκατ. ευρώ, που έχει κάνει η κυβέρνηση πέραν των προβλέψεών του, μέσα σε ένα μήνα. Συγκεκριμένα, ανελήφθησαν δεσμεύσεις 45 εκατ. ευρώ για την αύξηση κατά 20% των εφημεριών των γιατρών, 90 εκατ. ευρώ για την αύξηση του επιδόματος γέννας και 82 εκατ. ευρώ για την επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης για το αγροτικό πετρέλαιο το 2024.
Αποκλείουν «δώρο Πάσχα»
Βεβαίως, οι υπουργοί της κυβέρνησης αφήνουν πάντα ανοιχτό (έρχονται και ευρωεκλογές) το ενδεχόμενο «εφόσον υπάρξει δημοσιονομικός χώρος, να επιστρέψει στην κοινωνία». Στο υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών υποστηρίζουν ότι αυτό θα αρχίσει να διαφαίνεται τον Απρίλιο, όταν θα έχει κλείσει ο πρώτος μήνας (Μάρτιος) χωρίς υπόλοιπα από το 2023. Και τότε ακόμη θα είναι νωρίς για συμπεράσματα. Σε κάθε περίπτωση, προς το παρόν, αποκλείουν «δώρο Πάσχα», μια φήμη που κυκλοφόρησε, επισημαίνοντας ότι τέτοιο επίδομα δόθηκε μόνο το 2022 λόγω ενεργειακής κρίσης και ούτε πέρυσι επαναλήφθηκε, που ήταν χρονιά εκλογών. «Υπάρχει σημαντική αβεβαιότητα και ακόμη δεν έχουμε κλείσει ούτε καν τον πρώτο μήνα καθαρών εσόδων του 2024», σημειώνει η πηγή του οικονομικού επιτελείου.