Η πόλη της Πάτρας αποτελεί ένα από τα αστικά κέντρα της χώρας, στο οποίο διαπιστώνεται ότι το 50% των κτιρίων έχουν συμπληρώσει διάρκεια ζωής άνω των 50 χρόνων, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται σοβαρά ερωτήματα ως προς την στατική τους επάρκεια και την αντισεισμική τους θωράκιση.
Η διαπίστωση αυτή, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η Αχαϊκή πρωτεύουσα είναι η δεύτερη μετά την Αθήνα μεταξύ των περιοχών της χώρας, στις οποίες εκτιμάται πως θα σημειωθούν μεγάλες ζημιές σε περίπτωση ενός ισχυρού σεισμού, προκαλεί έντονο προβληματισμό.
Η διαχείριση του προβλήματος των γηρασμένων κτιρίων έρχεται πλέον ξανά επιτακτικά στο προσκήνιο, δεδομένου ότι η έλλειψη κονδυλίων, σε συνδυασμό με την αρνητική στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε ότι αφορά τη χρηματοδότηση για την ενίσχυση της στατικής επάρκειας των κτιρίων σε χώρες όπως η Ελλάδα, δημιουργεί σοβαρά αδιέξοδα.
Αγία Αικατερίνη, Προσφυγικά, Εργατικές κατοικίες , συνοικίες στις οποίες τις δεκαετίες του 50 και του 60 ευδοκίμησε η ανέγερση αυθαιρέτων, είναι μερικές από αυτές τις περιπτώσεις, για τις οποίες θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο συμφέρει η αναζήτηση κονδυλίων για την ενίσχυση της στατικής επάρκειας και της σεισμικής θωράκισης ή της πλήρους κατεδάφισης και της ανέγερσης νέων οικισμών πάνω σε νέα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα. Πάντως οι περισσότεροι ιδιοκτήτες ακινήτων της Πάτρας τα οποία «ρημάζουν» έχουν επιλέξει την λύση της… εγκατάλειψης! Και όταν πέσει… έπεσε (βλέπε οδός Γερμανού)!