Αντιμέτωπη με την ετυμηγορία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου θα βρεθεί σήμερα η Ελλάδα αναφορικά με τη μη ολοκλήρωση των σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας στη βάση της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα (οδηγία 2000/60/ΕΚ) και εκείνης για τις πλημμύρες (οδηγία 2007/60/ΕΚ).
Η απόφαση έρχεται μετά τη σχετική προσφυγή της Κομισιόν πέρυσι τον Μάρτιο, ενώ εκκρεμεί μία ακόμα απόφαση για μη συμμόρφωση της χώρας μας με την οδηγία για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων (οδηγία 91/271/EΟΚ). Στο ενδιάμεσο έχουν προηγηθεί αρκετές αποφάσεις της Κομισιόν για εκκίνηση διαδικασίας επί παραβάσει σχετικά με τη μη συμμόρφωση της Ελλάδας όσον αφορά την εφαρμογή της οδηγίας-πλαισίου για τα ύδατα.
Η Ελλάδα βρίσκεται σήμερα στο «εδώλιο», μόλις μία ημέρα μετά την παρουσίαση της ευρωπαϊκής στρατηγικής για την ανθεκτικότητα των υδάτων (water resilience strategy), που στοχεύει στη διασφάλιση καθαρού, επαρκούς νερού για όλους, στην προστασία των υδάτινων οικοσυστημάτων και στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής οικονομίας μέσω της βιώσιμης διαχείρισης των υδάτων.
«Ολιστική προσέγγιση»
Στο πλαίσιο της στρατηγικής, τα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης καλούνται να βελτιώσουν την αποδοτικότητα των υδάτων μειώνοντας τη χρήση τους κατά τουλάχιστον 10% έως το 2030 και να θέσουν ιδίους στόχους βάσει των εδαφικών και εθνικών τους συνθηκών. «Για την Ελλάδα ο στόχος (σ.σ. μείωσης 10%) δεν είναι αρκετός», παραδέχθηκε η επίτροπος Περιβάλλοντος Τζέσικα Ρόσγουελ σε σχετική ερώτηση της «Κ», στο πλαίσιο συνέντευξης με μικρή ομάδα ανταποκριτών, στις Βρυξέλλες. Ανέφερε, εξάλλου, ότι «γνωρίζει πολύ καλά την κατάσταση στην Ελλάδα» σε σχέση με τις προειδοποιήσεις αρμόδιων αρχών ότι ειδικά η Αθήνα ίσως αντιμετωπίσει έλλειψη νερού τα επόμενα δύο χρόνια, εάν συνεχιστούν οι υφιστάμενες υδρολογικές συνθήκες.
Η επίτροπος αναγνωρίζει, πάντως, τις ιδιαίτερες συνθήκες κάθε κράτους-μέλους και γι’ αυτό επισήμανε την αναγκαιότητα μιας κοινής μεθοδολογίας τόσο για τη συγκέντρωση δεδομένων όσο και για τη διαχείριση των υδάτων. «Χρειάζεται μια ολιστική προσέγγιση», τόνισε. Ιδιαίτερο πρόβλημα συνιστά το επίπεδο διαρροών, που συνολικά στην Ευρώπη φθάνει στο 30% κατά μέσον όρο, ενώ σε κάποιες χώρες, όπως η Βουλγαρία, χάνεται περίπου το 60% των υδάτων.
Στο «εδώλιο» του Ευρωδικαστηρίου σήμερα η χώρα μας σχετικά με τη μη ολοκλήρωση σχεδίων διαχείρισης των κινδύνων πλημμύρας.
«Ολόκληρη η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με κρίση νερού», σημείωσε η επίτροπος, καθώς, όπως εξήγησε, το ζήτημα δεν αφορά μόνο τις χώρες του Νότου, που απειλούνται παράλληλα με ξηρασία, αλλά και τις βόρειες χώρες, όπως την πατρίδα της, Σουηδία. Ομως, ήδη κάποια κράτη-μέλη έχουν θέσει εθνικούς στόχους μείωσης της κατανάλωσης του νερού, όπως η Γαλλία (έως 10%), η Ιταλία και η Ιρλανδία (από 10% έως 15%).
Παράλληλα, σε κάποιες χώρες του Νότου απαγορεύεται το άδειασμα και γέμισμα σε πισίνες, ενώ στη Σουηδία, σε κάποιες περιοχές, το πότισμα με λάστιχο. Σε άλλα κράτη-μέλη γίνεται επαναχρησιμοποίηση του νερού για αρδευτικούς σκοπούς, όπως στην Ισπανία κατά 60% και στην Κύπρο κατά 90%, υπογράμμισε η Ευρωπαία επίτροπος, ενώ στο κείμενο της στρατηγικής επισημαίνεται ότι γίνεται επαναχρησιμοποίηση μόλις 2,4% του νερού κάθε χρόνο συνολικά στην Ε.Ε., ποσοστό που πρέπει να αυξηθεί.

Για όλους τους παραπάνω λόγους, η Κομισιόν μέσω της στρατηγικής της ορίζει τρόπους ενίσχυσης της ανθεκτικότητας της Ε.Ε. για το πρόβλημα της λειψυδρίας αλλά και της αντιμετώπισης των πλημμυρών, ενθαρρύνοντας τα κράτη-μέλη να επενδύσουν σε υποδομές, όπως δίκτυα αγωγών, αντλιοστάσια και εγκαταστάσεις λυμάτων. Η επίτροπος Ρόσγουελ έδωσε έμφαση μάλιστα στη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ) και ανέφερε το παράδειγμα της βουλγαρικής πόλης Μπουργκάς, όπου χρησιμοποιείται για τον εντοπισμό διαρροών από σωλήνες νερού.
Η Κομισιόν εκτιμά ότι απαιτούνται επενδύσεις ύψους περίπου 23 δισ. ευρώ ετησίως για τον εκσυγχρονισμό των υποδομών ύδρευσης και την αξιοποίηση ψηφιακών λύσεων μέσω ιδιωτικής και δημόσιας χρηματοδότησης. Στο πλαίσιο αυτό, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) δρομολογεί πρόγραμμα δανείων και εγγυήσεων ύψους 15 δισ. ευρώ για την τριετία 2025-2027, που αναμένεται να κινητοποιήσει επενδύσεις συνολικά έως και 40 δισ. ευρώ.

Πάντως η Ελλάδα, που έχει ήδη πρόσβαση σε χρηματοδότηση από την ΕΤΕπ για 9 συνολικά έργα από το 2015 έως και σήμερα, ενώ βρίσκεται σε διαδικασία αξιολόγησης πρόγραμμα στήριξης των επενδύσεων σε υποδομές ύδρευσης και αποχέτευσης της ΕΥΔΑΠ, υπολείπεται αρκετά της ορθής διαχείρισης των υδάτων αλλά και αντιμετώπισης των πλημμυρών, όπως φάνηκε το φθινόπωρο του 2023.
Ευαισθητοποίηση πολιτών
Εκείνο που λείπει, ωστόσο, και στην Ελλάδα και στην πλειονότητα των κρατών-μελών είναι η ευαισθητοποίηση των ίδιων των πολιτών, τόνισε η επίτροπος. Η έναρξη της στρατηγικής για την ανθεκτικότητα του νερού ελπίζει η ίδια να αποτελέσει την απαρχή διαλόγου όχι μόνο με τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών, αλλά και με τους πολίτες.
Με το σταγονόμετρο οι δράσεις για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας
«Πυροσβεστική» παραμένει στη χώρα μας η αντιμετώπιση των προβλημάτων λειψυδρίας. Ετσι για τη νησιωτική χώρα προωθείται η απόκτηση αφαλατώσεων και για την Αττική η απόληψη νερού από (ακόμη) δύο ποταμούς της Ευρυτανίας. Στην ίδια λογική, σχέδιο νόμου προβλέπει την ανάθεση έργων για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας στην ΕΥΔΑΠ και στην ΕΥΑΘ με διαδικασίες στρατηγικών επενδύσεων.
Τον περασμένο Σεπτέμβριο, έπειτα από μια εντελώς άνυδρη χρονιά, το υπουργείο Περιβάλλοντος είχε ανακοινώσει τις βασικές κατευθύνσεις για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας τόσο στην Αττική όσο και στην υπόλοιπη Ελλάδα.
Οσον αφορά την Αττική, το υδατικό έλλειμμα υπολογίζεται σε 225 εκατ. κυβικά μέτρα νερού. Ως η καταλληλότερη λύση για μια μεγάλη ενίσχυση των αποθεμάτων της Αττικής προκρίθηκε η τροφοδοσία του ταμιευτήρα του Ευήνου μέσω της σύνδεσης δύο ποταμών: αρχικά με τον Κρικελοπόταμο, με σήραγγα περίπου 12 χλμ., και ακολούθως με τον Καρπενησιώτη, με δεύτερη σήραγγα 7 χλμ. Το κόστος αυτού του έργου εκτιμάται στα 450 εκατ. ευρώ. Τα έργα βρίσκονται σήμερα σε επίπεδο προμελέτης, ενώ θα ακολουθήσει η ανάθεση της κύριας μελέτης, καθώς ο στόχος είναι τουλάχιστον η πρώτη φάση (οι δύο σήραγγες προς τα ποτάμια) να ολοκληρωθεί σε τρία έως τέσσερα χρόνια. Παράλληλα, η ΕΥΔΑΠ πρόκειται να διερευνήσει το ενδεχόμενο κατασκευής εργοστασίου αφαλάτωσης στην Αττική, ως «στρατηγική εφεδρεία».
Να σημειωθεί ότι τα αποθέματα στους ταμιευτήρες της πρωτεύουσας (Εύηνος, Μόρνος, Υλίκη και Μαραθώνας) ανέρχονται σε 604,9 εκατ. κυβικά μέτρα, περίπου 250 εκατ. κυβικά λιγότερα από την ίδια ημέρα πέρυσι (857,6 εκατ. κυβικά).
Για την Αττική έχει προκριθεί η τροφοδοσία του ταμιευτήρα του Ευήνου μέσω σύνδεσης δύο ποταμών, με τα έργα να βρίσκονται σε επίπεδο προμελέτης.
Παράλληλα, σύμφωνα με το ΥΠΕΝ, έχουν ενταχθεί στο ΕΣΠΑ χρηματοδοτήσεις 150 εκατ. ευρώ για ολιστικά έργα ύδρευσης και λυμάτων σε Κορινθία, Σαρωνικό, Αλεξανδρούπολη, Κασσάνδρα και Ρέθυμνο. Και ακόμη 50 εκατ. ευρώ κατευθύνονται σε άνυδρα νησιά, κυρίως για έργα αφαλάτωσης. Επίσης ανακοινώθηκε ότι στο Ταμείο Απανθρακοποίησης Νησιών έχουν συμπεριληφθεί αφαλατώσεις και ταμιευτήρες πολλαπλού σκοπού, που συνδυάζονται με έργα ΑΠΕ, με κρατική συνεισφορά συνολικού ύψους 166 εκατ. ευρώ. Η υλοποίηση αυτών των έργων δεν έχει προχωρήσει.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση είχε θέσει σε διαβούλευση σχέδιο νόμου για συγχωνεύσεις δημοτικών επιχειρήσεων ύδρευσης – αποχέτευσης (ΔΕΥΑ), το οποίο δεν έφθασε ποτέ στη Βουλή. Το σχέδιο περιελάμβανε την ενεργοποίηση της ΕΥΔΑΠ Νήσων (σήμερα κενό κέλυφος) για υποστήριξη των νησιών και της Κρήτης για εκτέλεση μεγαλύτερων έργων, όπου είναι αδύναμος ο πάροχος και ανεπαρκής η εισπραξιμότητα (οξεία κρίση λειψυδρίας (π.χ. Κυκλάδες), με ανάληψη της συνολικής ευθύνης από την ΕΥΔΑΠ Νήσων, υπό την επίβλεψη της οποίας θα τεθούν οι επιμέρους ΔΕΥΑ.
Με δεδομένο ότι αυτό το σχέδιο συνάντησε σημαντικές αντιδράσεις από τους δήμους και δεν προχώρησε, το υπουργείο Περιβάλλοντος προωθεί νέα ρύθμιση για τις περιοχές που αντιμετωπίζουν προβλήματα λειψυδρίας. Σε σχέδιο νόμου για την παραγωγή βιομεθανίου, το οποίο δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση, προβλέπει ειδική διαδικασία για τις περιοχές που αντιμετωπίζουν οξύ πρόβλημα.