Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 60 ετών ο συνταξιούχος ναυτικός Βασίλης Παναγιωτόπουλος μετά από μάχη που έδωσε με την ασθένειά του. Από τους πλέον γνωστούς Πατρινούς και αδελφός του Γιώργου (Γκόγκου) Παναγιωτόπουλου. Οι οικείοι τον αποχαιρετούν γράφοντας: «Αποχαιρετούμε τον Βασίλη Παναγιωτόπουλο. Με βαθιά συγκίνηση και πόνο στην καρδιά, η οικογένεια και οι φίλοι του αποχαιρετούν τον αγαπημένο μας Βασίλη Παναγιωτόπουλο, που «έφυγε» πρόωρα νικημένος από την επάρατη νόσο, σε ηλικία 60 ετών».

Γεννημένος στην Πάτρα, γιος του Κωνσταντίνου Παναγιωτόπουλου, του γνωστού εμπόρου υφασμάτων (Σέος), και της Σοφίας Παναγιωτοπούλου, ο Βασίλης μεγάλωσε σε μια οικογένεια που τίμησε την εργασία, την ηθική και την παράδοση. Είχε έναν μικρότερο αδερφό, τον Γιώργο Παναγιωτόπουλο, που συνεχίζει το οικογενειακό επάγγελμα. Σε νεαρή ηλικία, πριν συμπληρώσει τα 20 του χρόνια, ξεκίνησε την πορεία του στο εμπορικό ναυτικό. Με υπομονή, συνέπεια και σπάνια ναυτοσύνη, έφτασε στον βαθμό του Α’ καπετάνιου. Ήταν πάντα η πρώτη επιλογή για δύσκολες αποστολές – ένας καπετάνιος χωρίς ατυχήματα, με σεβασμό για το πλήρωμα και τον προορισμό. Στον ναυτιλιακό κόσμο έλεγαν: «Αν θέλεις να φτάσει το πλοίο στον προορισμό του, το δίνεις στον Βασίλη». Παρόλο που η θάλασσα τον κράτησε για χρόνια μακριά, ποτέ δεν απομακρύνθηκε από τη ζωή και τους ανθρώπους στη στεριά. Το σπίτι του ήταν πάντοτε γεμάτο φίλους – παλιούς, αγαπημένους, αφοσιωμένους. Ήταν ένας άνθρωπος της δημιουργίας, ένας τίμιος οικογενειάρχης, με βαθιά αγάπη για τη σύζυγό του Άννα Αργυρού (αδελφή του γνωστού Πατρινού ασφαλιστή Θανάση), τα δύο του παιδιά, Σοφία και Κωνσταντίνο, και το εγγονάκι του, την
μικρή Άννα, κόρη της Σοφίας και του Χαράλαμπου Τσάμη, που πρόλαβε να κρατήσει στην αγκαλιά του. Ο Βασίλης αγαπούσε την οικογένεια, τα ιστορικά αυτοκίνητα και το ποδόσφαιρο – πάντοτε με φίλαθλο πνεύμα και χαμόγελο. Ήταν πιστός οπαδός της Παναχαϊκής και του Ολυμπιακού, και δεν δίσταζε ποτέ να διαφωνήσει με χιούμορ και σεβασμό για το παιχνίδι και τους ανθρώπους του. Η κηδεία του έγινε σήμερα Παρασκευή στις 2 μεσημέρι από το Β’ ∆ημοτικό Κοιμητήριο Αγίου Μηνά Λεύκας, παρουσία συγγενών, φίλων και συναδέλφων που τον τίμησαν και τον αγάπησαν.