Καλοκαίρι σημαίνει ήλιος, θάλασσα, ξεκούραση και κουνούπια. Πολλά κουνούπια για μερικούς, λίγα για άλλους. Γιατί όμως κάποιοι άνθρωποι προσελκύουν τα κουνούπια και άλλοι περνάνε δίπλα τους απαρατήρητοι; Η απάντηση είναι συνδυασμός επιστήμης και σφαλμάτων που άθελά μας κάνουμε.
«Τα κουνούπια δεν είναι ένα είδος, αλλά μία τεράστια οικογένεια από σχεδόν 3.500 διαφορετικά, που χωρίζονται σε περισσότερα από 100 γένη, μόλις τρία εκ των οποίων (ο κώνωψ ο ανωφελής, το κοινό κουνούπι και το γένος αηδής) είναι κυρίως διαδεδομένα στην Ελλάδα», αναφέρει ο Δερματολόγος-Αφροδισιολόγος δρ Μάρκος Μιχελάκης, από τον ΕΔΟΕΑΠ.
«Ανεξάρτητα από το είδος τους, μας τσιμπούν μόνο τα θηλυκά κουνούπια, γιατί χρειάζονται το αίμα για να παράγουν τα αυγά τους. Δυστυχώς, η συνέπεια του τσιμπήματός τους είναι συχνά η μετάδοση επικίνδυνων ασθενειών όπως ο ιός του Δυτικού Νείλου, η ελονοσία και πολλές άλλες. Στην πραγματικότητα, τα κουνούπια είναι ο μεγαλύτερος εχθρός του ανθρώπου, διότι κάθε χρόνο σκοτώνουν περισσότερα άτομα απ’ ό,τι οποιοδήποτε άλλο μέλος του ζωικού βασιλείου».
Έρευνες έχουν δείξει ότι τα κουνούπια ακολουθούν οσφρητικά, οπτικά και θερμικά σήματα για να μας εντοπίζουν. Το πρώτο είναι το διοξείδιο του άνθρακα που εκπνέουμε όταν αναπνέουμε. Η ποσότητα του αερίου αυτού είναι μεγαλύτερη σε ορισμένες πληθυσμιακές ομάδες, όπως οι έγκυοι και οι μεγαλόσωμοι άνθρωποι. Ωστόσο δεν είναι το διοξείδιο του άνθρακα αυτό που μας καθιστά ελκυστικούς για τα κουνούπια.
Όταν τα κουνούπια πλησιάσουν αρκετά τον άνθρωπο, αρχίζουν να αντιλαμβάνονται τη μυρωδιά από το δέρμα του. Καθώς πλησιάζουν εγγύτερα στην πηγή αυτής της μυρωδιάς, ανιχνεύουν επίσης τη θερμότητα και τον ιδρώτα που παράγει το σώμα του.