Το φαινόμενο να πρέπει κανείς να τελειώσει μία σειρά από εκκρεμότητες γρήγορα, και να έρχεται ένας συνάδελφός του, για πολλοστή φορά, ζητώντας του βοήθεια, συμβαίνει σε όλες τις επιχειρήσεις, σε καθημερινή βάση.
Παρά το στενό χρονικό πλαίσιο, το γεγονός ότι δεν μπορεί να πει ο πρώτος, στον δεύτερο όχι, έχει ως αποτέλεσμα να μένουν οι δικές του εκκρεμότητες πίσω και ίσως να αναγκαστεί να κάτσει και περισσότερη ώρα στο γραφείο, ενώ παράλληλα καταριέται την ώρα και τη στιγμή που δεν μπόρεσε απλώς να βάλει όρια.
Για να αποφύγει κανείς το παραπάνω, αλλά και να σταματήσει να πέφτει θύμα των συναδέλφων του, οι οποίοι εκμεταλλεύονται την έλλειψη ορίων που έχει, αυτό που χρειάζεται είναι η απάντησή του να περιλαμβάνει το «όχι» κατά 20% και μία εναλλακτική λύση κατά 80%.
Πρώτα, θα πρέπει να εγκαταλείψει τη νοοτροπία ότι είναι το μόνο άτομο που έχει απομείνει στη γη που μπορεί να βοηθήσει. Ακόμα κι αν ο συνάδελφος φαίνεται αβοήθητος, δεν είναι.
Έπειτα, το κλειδί είναι η απάντηση με συμπόνια και αυστηρότητα. Ένα παράδειγμα αυτής, θα μπορούσε να είναι κάπως έτσι: «Στην πραγματικότητα, μόλις ξεκίνησα κάτι, αλλά νομίζω ότι [το όνομα άλλου συναδέλφου] θα μπορούσε να σε βοηθήσει. Με βοήθησε σε αυτό την περασμένη εβδομάδα».
Μία άλλη τακτική, είναι να πει κάποιος, ότι δεν έχει χρόνο:
«Δεν έχω την ικανότητα να το αναλάβω αυτή τη στιγμή, αλλά αν μπορείς να περιμένεις μια εβδομάδα, θα σε βοηθήσω».
Εάν η εργασία είναι επείγουσα, θα βρουν κάποιον άλλο.
Όποια οδό και αν ακολουθήσει κάποιος, δεν θα πρέπει να παραθέτει όλους τους λόγους που δεν μπορεί να αναλάβει τη δουλειά, καθώς ανοίγει το δρόμο της διαπραγμάτευσης.
Ο συνάδελφός μπορεί να ακούσει τη λίστα εργασιών και να αποφασίσει ότι η δική του δουλειά είναι πρωταρχικής σημασίας.
Μία σύντομη και φιλική συζήτηση, είναι ιδανική, τονίζει ο Smith. Αυτό μπορεί να σώσει κάποιον από το να αναλάβει μεγάλο όγκο εργασίας, ενώ δεν θα χαλάσει της σχέση του με τον συνάδελφό του.