Η μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων και συγκεκριμένα το 67,3% συμφωνεί ότι ο τουρισμός είναι σημαντικός για την ελληνική οικονομία και την απασχόληση. Παράλληλα όμως διατυπώνει και ανησυχίες για τις επιπτώσεις που έχει, τόσο στα ενοίκια και τις τιμές εν γένει όσο και στο περιβάλλον και τον χαρακτήρα των προορισμών. Πιστεύει έτσι πως χρειάζεται μια νέα ολοκληρωμένη στρατηγική για το μελλοντικό τουριστικό μοντέλο της χώρας, με προτεραιότητα τη βιωσιμότητα και την περιβαλλοντική ευαισθησία, την ανάπτυξη εναλλακτικών μορφών τουρισμού και τον περιορισμό του μαζικού τουρισμού. Πρόκειται για τα ευρήματα πανελλαδικής έρευνας σε δείγμα 1.314 ατόμων που διενήργησε η aboutpeople για λογαριασμό του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων, τα οποία παρουσιάστηκαν στο ετήσιο συνέδριό του.
Οι νέες τάσεις
Την ίδια ώρα μεταβάλλονται και τα κριτήρια επιλογής χρόνου και τόπου διακοπών των ξένων ταξιδιωτών, με την κλιματική αλλαγή να αποτελεί τη βασική αιτία για τις αλλαγές αυτές. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με στοιχεία του ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Τουρισμού, οι ακραίες καιρικές συνθήκες, όπως η έντονη ζέστη κατά τις περιόδους αιχμής, ωθούν ορισμένους επισκέπτες να ταξιδεύουν τους ψυχρότερους μήνες, επηρεάζοντας τα παραδοσιακά πρότυπα τουρισμού και τις εποχικές ροές εσόδων. Αυτό ωστόσο μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην επέκταση της σεζόν, όπως για παράδειγμα συνέβη φέτος, οπότε τα έσοδα Ιουλίου και Αυγούστου μειώθηκαν, αλλά τα έσοδα Σεπτεμβρίου αυξήθηκαν ισόποσα. Υπολογίζεται ότι σχεδόν το 30% των τουριστών είτε αποφεύγει προορισμούς με πολύ υψηλές θερμοκρασίες είτε επιλέγει προορισμούς με πιο ήπιες θερμοκρασίες.
Το ίδιο συμβαίνει και με τους προορισμούς που θεωρούνται πολυσύχναστοι. Δηλαδή, ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός επισκεπτών επιλέγει να επισκεφθεί είτε εναλλακτικούς προορισμούς είτε προορισμούς πρώτης γραμμής, αλλά όχι την περίοδο αιχμής. Σε αυτή την τάση συμβάλλει βεβαίως και η προσπάθεια εξοικονόμησης χρημάτων, αφού τυπικά τον Ιούλιο και τον Αύγουστο οι τιμές είναι πολύ υψηλότερες.
Σύμφωνα με την PwC και στοιχεία μελέτης του UN Global Tourism survey, που συλλέχθηκαν φέτος τον Σεπτέμβριο, οι προτιμήσεις και οι επιλογές των τουριστών διεθνώς επηρεάζονται σημαντικά και από παράγοντες που δεν αφορούν το τουριστικό προϊόν. Σημαντικό ρόλο παίζει το αυξημένο κόστος μεταφορών και διαμονής, το οικονομικό περιβάλλον, οι ελλείψεις προσωπικού, οι ακραίες καιρικές συνθήκες, οι καθυστερήσεις και τυχόν προβλήματα στα αεροδρόμια, η χαμηλή καταναλωτική εμπιστοσύνη, ο πόλεμος στην Ουκρανία, ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή και άλλοι γεωπολιτικοί κίνδυνοι και τυχόν ταξιδιωτικοί περιορισμοί, όπως η υποχρέωση έκδοσης visa.
Το περιβάλλον
Oι Ελληνες, παράλληλα, σύμφωνα με την έρευνα της aboutpeople, εμφανίζονται πλέον συνειδητοποιημένοι πως απαιτούνται συγκεκριμένες πολιτικές και ενέργειες που θα συμβάλουν στη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων του τουρισμού. Σε ποσοστό 33,9% θεωρούν πως πρέπει να υπάρξει περιορισμός του αριθμού των τουριστών σε ευαίσθητες περιοχές, ενώ ένα 30,3% προτείνει και την προώθηση εναλλακτικών μορφών τουρισμού, όπως ο οικοτουρισμός και ο αγροτουρισμός. Το 29,1% ζητεί επενδύσεις σε πράσινες τουριστικές υποδομές, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ενώ ένα ίδιο ποσοστό προτείνει πολιτικές για την ευαισθητοποίηση του κοινού σε θέματα περιβάλλοντος. Η ενσωμάτωση βιώσιμων πρακτικών από τις επιχειρήσεις και η επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου αναφέρονται επίσης ως μέτρα που απαιτούνται για να μειωθούν οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του κλάδου. Στην ερώτηση κατά πόσον η Ελλάδα αντιμετωπίζει ζητήματα υπερτουρισμού ή όχι, «σίγουρα ναι» και «μάλλον ναι» απαντάει το 72,5%, ενώ το 24,9% δηλώνει «όχι» ή «μάλλον όχι».
Στις θετικές επιπτώσεις του τουρισμού στην Ελλάδα την πρώτη θέση με ποσοστό 42,4% καταλαμβάνει η δημιουργία θέσεων εργασίας και ακολουθούν η ενίσχυση της εθνικής οικονομίας (38,6%), η δυνατότητα εποχιακής απασχόλησης (21,8%), η ανάπτυξη των τοπικών επιχειρήσεων (19,6%), η υποστήριξη των τοπικών κοινωνιών σε νησιά και σε απομονωμένες χερσαίες περιοχές (18,7%) και ακολουθούν η βελτίωση των υποδομών, η προβολή και η διατήρηση της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς και η προσέλκυση επενδύσεων.
Τι θέλουν οι εργαζόμενοι
Η έρευνα της aboutpeople μέτρησε και τις απόψεις που υπάρχουν περί προβλημάτων που ενδέχεται να αντιμετωπίζουν εργαζόμενοι στον τουριστικό τομέα. Ποσοστό 62,9% των ερωτηθέντων θεωρούν βασικό πρόβλημα τις υπερβολικές ώρες εργασίας, ενώ ένα 48,2% μιλάει για κακές συνθήκες εργασίας. Το 41,7% θεωρεί χαμηλές τις αμοιβές και ένα 23% κάνει λόγο για ανασφάλεια λόγω της εποχικότητας της απασχόλησης στον κλάδο. Κατά προτεραιότητα, λοιπόν, οι Ελληνες προτείνουν για τη βελτίωση των εργασιακών συνθηκών στον τουρισμό, τη μείωση των ωρών εργασίας, την αύξηση των μισθών, την καλύτερη ασφάλιση και παροχές, περισσότερους ελέγχους από τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους, περισσότερες μόνιμες θέσεις και περισσότερες ευκαιρίες εκπαίδευσης και εξέλιξης.
Οσον αφορά τις φετινές επιδόσεις του τουρισμού, αλλά και τη σημασία του για την εθνική οικονομία, ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων Γιάννης Παράσχης δήλωσε στο ετήσιο συνέδριο του φορέα πως το 2024 ξεπέρασε το 2023 και παρά τις γεωπολιτικές αναταράξεις και τις προκλήσεις της ευρωπαϊκής οικονομίας, η Ελλάδα κατάφερε να διατηρήσει τον τουρισμό της σε σταθερή τροχιά ανάπτυξης. Επικαλούμενος στοιχεία του Ινστιτούτου του ΣΕΤΕ και της Τράπεζας της Ελλάδος, εξήγησε πως οι τουριστικές επενδύσεις το 2023 με 5,1 δισ. ευρώ ήταν διπλάσιες του 2019 και σημείωσε ότι η άμεση συμβολή του κλάδου αφορά το 13% του ΑΕΠ, ενώ η έμμεση φτάνει το 30%. Αναφορικά με την αγορά εργασίας, στο τρίτο τρίμηνο ο τουρισμός κάλυψε άμεσα το 16,4% της απασχόλησης, ενώ άμεσες και έμμεσες θέσεις έφθασαν περίπου στο ένα τρίτο του συνόλου.
Κρίσιμος ο χωροταξικός σχεδιασμός για νέες επενδύσεις
Το 2024 είναι η νέα χρονιά-ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό, με νέα υψηλά αφίξεων και εισπράξεων. Ωστόσο, σύμφωνα με τον πρόεδρο του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) Γιάννη Παράσχη, σε καμία περίπτωση το μέλλον του ελληνικού τουρισμού δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο αν δεν γίνουν τα απαραίτητα βήματα για τη βέλτιστη διαχείριση των προορισμών, τη βελτίωση των υποδομών, την περαιτέρω προσέλκυση επενδύσεων, την αύξηση της απασχόλησης και την εξασφάλιση της βιωσιμότητας του τουριστικού προϊόντος.
Αυτά επισήμανε από το βήμα του ετήσιου συνεδρίου, θέτοντας στόχο «έναν βιώσιμο, ανταγωνιστικό και κοινωνικά υπεύθυνο τουρισμό, που θα μπορέσει να αντιπαρέλθει χρόνιες διαρθρωτικές αγκυλώσεις, σύγχρονες προκλήσεις όπως οι γεωπολιτικές εντάσεις και μακροπρόθεσμα προβλήματα όπως η κλιματική κρίση». Το ζήτημα του χωροταξικού ήταν επίσης μεταξύ αυτών που αναδείχθηκαν κατά τη διάρκεια του ετήσιου συνεδρίου του ΣΕΤΕ, που έγινε αυτή την εβδομάδα. Ο πρόεδρος του ΣΕΤΕ υπογράμμισε πως «ο χωροταξικός σχεδιασμός είναι, ίσως, το πιο κρίσιμο αλλά και το πιο χρονίζον ζήτημα αναφορικά με την προσέλκυση επενδύσεων, την ασφάλεια δικαίου και την καταπολέμηση της παραβατικότητας στη δόμηση», προσθέτοντας ότι το καλοκαίρι έγινε ένα σημαντικό βήμα με την κατάθεση προς διαβούλευση του ειδικού χωροταξικού για τον τουρισμό. «Θεωρούμε πολύ σημαντικό αυτή τη φορά η προσπάθεια για την ψήφιση του χωροταξικού να μη μείνει στη μέση, καθώς ένα χωροταξικό με κάποιες ελλείψεις είναι καλύτερο από την έλλειψη χωροταξικού», τόνισε.
Στο θέμα της βιωσιμότητας αναφέρθηκε εκτενώς και η αντιπρόεδρος του ΣΕΤΕ, Αγάπη Σμπώκου, που είναι και επικεφαλής της πρωτοβουλίας «METRON Sustainable Tourism» για τη μετάβαση των τουριστικών επιχειρήσεων στην αειφορία. Η πρωτοβουλία παρακολουθεί πέντε βασικούς δείκτες: την κατανάλωση ενέργειας, την κατανάλωση νερού, την παραγωγή και διαχείριση αποβλήτων και τα εργασιακά και κοινωνικά θέματα. Τον Σεπτέμβριο τέθηκε σε πιλοτική λειτουργία η σχετική πλατφόρμα με τη συμμετοχή 50 επιλεγμένων επιχειρήσεων. Τα αρχικά συμπεράσματα αναφέρουν, μεταξύ άλλων, πως το ποσοστό εξ αυτών των επιχειρήσεων που μετρούν τις άμεσες και έμμεσες εκπομπές CO2 είναι περίπου 80%, ενώ το ποσοστό αυτών που έχουν θέσει στόχο τον περιορισμό τους ανέρχεται στο 82,6%. Το ποσοστό εκείνων που καταγράφουν την κατανάλωση νερού ανέρχεται σε 86,7% και εκείνων που έχουν συγκεκριμένες πολιτικές διαχείρισης αποβλήτων σε 69,6%. Επίσης, το 70% από αυτές τις 50 πρώτες επιχειρήσεις έχει διαδικασίες αξιολόγησης και εκπαίδευσης των εργαζομένων, ενώ το 73,3% έχει ολοκληρωμένη πολιτική και υποδομές ΑμεΑ. Οι επιχειρήσεις αυτές έχουν προσδιορίσει μόνες τους χρονοδιάγραμμα επίτευξης στόχων βελτίωσης των επιδόσεών τους, το οποίο θα επαληθεύεται από την πλατφόρμα σε τακτά χρονικά διαστήματα. «Το “METRON Sustainable Tourism” δεν είναι απλώς ένα ακόμη εργαλείο ή πρωτοβουλία του ΣΕΤΕ. Είναι και κάτι παραπάνω. Είναι μια υπόσχεση και μια δέσμευση ότι ο ελληνικός τουρισμός μπορεί και πρέπει να πρωτοπορεί, όχι μόνο στην ποιότητα της εμπειρίας που προσφέρει, αλλά και στον τρόπο που σέβεται τους ανθρώπους και το περιβάλλον», υπογράμμισε η Αγάπη Σμπώκου.