Ιδιαίτερη μέριμνα πρέπει να υπάρξει για τα μονογονεϊκά νοικοκυριά, καθώς και για τα νοικοκυριά με δύο ενήλικα άτομα και δύο εξαρτώμενα τέκνα, στα οποία παρατηρούνται σχετικά υψηλά επίπεδα φτώχειας, σύμφωνα με ανάλυση του ΚΕΠΕ, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα για την εισοδηματική ανισότητα στην Ελλάδα.
Ο ερευνητής του ΚΕΠΕ Βλάσης Μισσός, σε υπό έκδοση έκθεση του οποίου βασίζεται η δημοσιευθείσα ανάλυση, διαπιστώνει επίσης υψηλό ποσοστό φτώχειας για τους μερικώς απασχολούμενους.
Το γεγονός αυτό συνάδει με το επίσης υψηλότατο ποσοστό μη ηθελημένης μερικής απασχόλησης, υποστηρίζει.
Επιπλέον, η αυτοαπασχόληση φαίνεται ότι επλήγη σημαντικά κατά την περίοδο μετά το 2009, με συνέπεια τα ποσοστά φτώχειας να εμφανίζονται επίσης αυξημένα στην κατηγορία αυτή.
Καταλυτικός, σύμφωνα με την ανάλυση, φαίνεται πως είναι ο ρόλος των συντάξεων. Ενώ οι κοινωνικές μεταβιβάσεις έχουν διαχρονικά χαμηλή επίδραση, οι συντάξεις συμβάλλουν στην άμβλυνση των ανισοτήτων. Οπως επισημαίνεται, διαδραματίζουν κομβικό ρόλο στη στήριξη του εισοδήματος των νοικοκυριών και φαίνεται να προσδίδουν μιαν αίσθηση εξασφάλισης, δηλαδή μιας σταθερής ροής μηνιαίου εισοδήματος στα μέλη τους. Ετσι, διαπιστώνεται ότι ο ρόλος τους στην άμβλυνση του ποσοστού της φτώχειας εντάθηκε τα προηγούμενα χρόνια.
Απ’ όλες τις κατηγορίες κοινωνικών μεταβιβάσεων, επιδόματα ανεργίας, υγείας, μόνον οι συντάξεις έχουν αισθητό αποτέλεσμα στην άμβλυνση των ανισοτήτων.
Επίσης, η παιδεία λειτουργεί θετικά, βελτιώνοντας τις προοπτικές του εισοδήματος.
Ο ερευνητής υποστηρίζει ότι το ελληνικό σύστημα προστασίας έχει σημαντικά περιθώρια βελτίωσης, καθώς κάποιες κατηγορίες φτωχών έχουν περιορισμένη πρόσβαση στις μεταβιβαστικές πληρωμές.
Σύμφωνα, μάλιστα, με την ανάλυση, η ενίσχυση των ευάλωτων στρωμάτων μπορεί να γίνει και έμμεσα, από την αναδιάταξη του επιπέδου ΦΠΑ στις διάφορες κατηγορίες αγαθών και υπηρεσιών. Οι νέοι έμμεσοι φόροι επεβλήθησαν με τρόπο που ενέτεινε την ανισότητα, υποστηρίζεται. Συγκεκριμένα, η κατανομή του αυξημένου ΦΠΑ κατά μέσον όρο επιβάρυνε δυσανάλογα τα χαμηλά κλιμάκια του πληθυσμού.
Γενικά, η ανάλυση διαπιστώνει ότι οι δείκτες ανισότητας στην Ελλάδα είναι σχετικά υψηλοί. Η Ελλάδα, υποστηρίζει, κατατάσσεται μεταξύ εκείνων των χωρών της Ε.Ε. που ανήκουν στην κατηγορία των «νέων μελών», δηλαδή των πρώην ανατολικών χωρών.