Έξαρση των συμπτωμάτων του έρπητα παρατηρείται τους καλοκαιρινούς μήνες. Η αιτία εντοπίζεται στην υπερβολική έκθεση στον ήλιο, η οποία μπορεί να επηρεάσει το ανοσοποιητικό σύστημα, με συνέπεια αυτό να μην μπορεί πλέον να κρατήσει υπό έλεγχο τον ιό.
«Οι ερπητοϊοί είναι μια οικογένεια ιών ευρέως διαδεδομένων στη φύση. Χωρίζονται σε τρεις υποοικογένειες, εκ των οποίων μόνο η μία δημιουργεί δερματικές βλάβες στον άνθρωπο. Σε αυτήν ανήκουν ο ιός της ανεμευλογιάς – έρπητα ζωστήρα (VZV) και ο ιός του απλού έρπητα (HSV). Υπάρχουν δύο τύποι του HSV: ο ιός του απλού έρπητα 1 (HSV-1) και ο ιός του απλού έρπητα 2 (HSV-2).
Η μόλυνση γίνεται με στενή επαφή με άτομο που έχει ενεργό ιό. Μετά την αρχική εκδήλωση των συμπτωμάτων και την υποχώρησή τους, αυτός παραμένει σε λανθάνουσα κατάσταση στα νευρικά γάγγλια, καθώς δεν υπάρχει θεραπεία που να τον εκριζώνει. Περιοδικά μπορεί να επανενεργοποιείται, προκαλώντας φυσαλιδώδη εξανθήματα σε ερυθηματώδη βάση, που συνοδεύονται από πόνο και κνησμό.
Οι φυσαλίδες συνήθως επιμένουν για λίγες ημέρες και στη συνέχεια σπάνε και στεγνώνουν, σχηματίζοντας μια λεπτή κιτρινωπή κρούστα. Οι βλάβες επουλώνονται πλήρως, αλλά οι πολυάριθμες υποτροπές στο ίδιο σημείο μπορεί να γίνουν αιτία ατροφίας και ουλών» εξηγεί ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγος δρ Χρήστος Στάμου.
Ειδικότερα, ο HSV μεταδίδεται με άγγιγμα των βλαβών και εκδηλώνεται στο δέρμα, το στόμα, τα χείλη, τα μάτια και τα γεννητικά όργανα. Ο επιχείλιος έρπης είναι η πιο συχνή κλινική μορφή στην περιοχή του προσώπου. Ο έρπης των γεννητικών οργάνων είναι η πιο διαδεδομένη σεξουαλικά μεταδιδόμενη ελκωτική νόσος στις ανεπτυγμένες χώρες και μπορεί να προκληθεί τόσο από τον HSV-1 όσο και τον HSV-2.
Ο VZV μεταδίδεται με την εισπνοή εκκρίσεων των αεροφόρων οδών ή την επαφή με δερματικές βλάβες. Κατά τη διάρκεια της πρωτογενούς λοίμωξης (ανεμευλογιά), ο ιός καθίσταται στα ραχιαία γάγγλια. Υπό ορισμένες συνθήκες “ξυπνά” και ο ασθενής εμφανίζει έρπη ζωστήρα σε οποιοδήποτε σημείο του σώματος. Κάθε άτομο με ιστορικό ανεμευλογιάς διατρέχει περίπου 30% κίνδυνο επανενεργοποίησης του VZV τουλάχιστον μία φορά στη ζωή του.
Τρεις στις δέκα υποτροπές οφείλονται στην απότομη έκθεση στο ηλιακό φως, κυρίως (αλλά όχι αποκλειστικά), λόγω της καταστολής της ανοσολογικής απόκρισης που προκαλεί στον οργανισμό.
Μια μελέτη που διεξήχθη από το Kobe University Graduate School of Medicine της Ιαπωνίας διαπίστωσε ότι περίπου το 10,4% των ατόμων με τον ιό HSV-1 ανέφεραν επανεμφάνιση των συμπτωμάτων. Κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο οι εξάρσεις που προκλήθηκαν από τον ήλιο αυξήθηκαν στο 19,7% συνολικά. Ωστόσο, το ποσοστό αυτό ανήλθε στο 28% στους ασθενείς ηλικίας κάτω των 30 ετών που διαγνώστηκαν κατά τους ίδιους μήνες και στο 40% στα άτομα ίδιας ηλικίας που υποτροπίασαν στο παραπάνω χρονικό διάστημα.
«Η έκθεση στον ήλιο έχει επιδράσεις στον οργανισμό μας. Για παράδειγμα, προσφέρει ένα ευχάριστο αίσθημα ευεξίας, λόγω της απελευθέρωσης ορμονών που δρουν ως αντικαταθλιπτικά. Είναι απαραίτητη δε για την παραγωγή της σημαντικής για την εύρυθμη λειτουργία του βιταμίνης D. Όμως, προκαλεί και βλάβες, όπως εγκαύματα, φωτογήρανση, φωτοαλλεργικές αντιδράσεις, καρκίνο του δέρματος, οφθαλμικές παθήσεις και ανοσοκαταστολή.
Η έκθεση στο ήμισυ της ηλιακής ακτινοβολίας που απαιτείται για την εμφάνιση ενός ελάχιστα ανιχνεύσιμου εγκαύματος είναι αρκετή για να καταστέλλει την ικανότητα του οργανισμού να αμύνεται.
Επομένως, ο πιο αποτελεσματικός τρόπος μείωσης του κινδύνου υποτροπής το καλοκαίρι είναι η αποφυγή του ήλιου. Ωστόσο, αυτό δεν είναι εφικτό. Ευτυχώς, από τις μέχρι σήμερα μελέτες φαίνεται ότι η χρήση αντηλιακού, πριν από την έκθεση, προστατεύει», επισημαίνει ο δρ Στάμου.
Πρόσθετοι τρόποι με τους οποίους μπορεί να μειώσει κάποιος τις πιθανότητες επανεμφάνισης των συμπτωμάτων είναι:
η ενυδάτωση των χειλιών με lip balm που περιέχει SPF,
η χρήση καπέλου που δημιουργεί σκιά στο πρόσωπο και στα χείλη,
η αποφυγή οποιαδήποτε μηχανήματος ή συσκευής που παράγει υπεριώδη ακτινοβολία, και
η επαρκής ενυδάτωση του δέρματος.
Για όσους δεν στέκονται τυχεροί και εμφανίζουν τις επώδυνες και κνησμώδεις φυσαλίδες, υπάρχουν τρόποι μείωσης της σοβαρότητας και της διάρκειας των υποτροπών. Συγκεκριμένα, οι ασθενείς έχουν την επιλογή να χρησιμοποιήσουν επιθέματα που προστατεύουν την πληγείσα περιοχή, τοπικές αγωγές που ανακουφίζουν από τα συμπτώματα και από του στόματος αντιιϊκά φάρμακα που διακόπτουν την αναπαραγωγή του ιού.
«Αν και υποτροπές μπορεί να προκύψουν και από άλλες αιτίες, όπως από έκθεση σε θερμότητα ή κρύο, τραυματισμό, ορμονικές αλλαγές, έντονο ψυχικό στρες, κάπνισμα, λοίμωξη ή σοβαρά προβλήματα υγείας και νευρική βλάβη, η έκθεση στον ήλιο είναι ο πιο συχνός και τροποποιήσιμος παράγοντας κινδύνου.
Το μόνο που απαιτείται είναι η προοδευτική έκθεση στον ήλιο, ώστε να δίδεται η δυνατότητα σταδιακής ενεργοποίησης της προστατευτικής μελανίνης (χωρίς πρόκληση ερυθήματος), η επιλογή ρούχων που δεν επιτρέπουν την είσοδο της ακτινοβολίας (π.χ. μετάξι και blue jeans) και η χρήση επαρκούς ποσότητας αντηλιακού κατά της UVB και της UVA με δείκτη προστασίας κατάλληλο για κάθε φωτότυπο και για τις επικρατούσες περιβαλλοντικές συνθήκες (π.χ. μήνας του έτους, χιόνι, θάλασσα, άμμος, υψόμετρο, γεωγραφικό πλάτος)», καταλήγει ο δρ Στάμου.