«Έχω τον ακάθιστο που λένε. Κάνω πολλά πράγματα, δεν ξέρω να κάνω άλλο. Μπορεί να υπερβάλλω, να κάνω πολλά, αλλά ο στόχος είναι αυτός. Θέλω όπου βρίσκω καλά τραγούδια χωρίς να με ενδιαφέρει αν είναι επώνυμος αυτός που τα γράφει ή οποιαδήποτε άλλη κοσμική κριτική. Με ενδιαφέρει πίσω από εμάς να μένουν καλά τραγούδια και να δίνουν χαρά στους ανθρώπους».
Αυτό είπε μεταξύ άλλων ο Γιώργος Νταλάρας, στη συνέντευξή του στην εκπομπή “Μεταξύ Σοβαρού και Αστείου” στο Θέμα Radio.
Ο Γιώργος Νταλάρας αναφέρθηκε στις δύο τελευταίες του δουλειές που κυκλοφόρησαν πρόσφατα και συγκεκριμένα στο έργο «Της Σιωπής ο Τόπος» σε μουσική του Ανδρέα Κατσιγιάννη, στίχους Λίνας Νικολακοπούλου, Ελένης Φωτάκη, Αλέξανδρου Φωτεινού και σε ποίηση του Φρίντριχ Νίτσε, που συμπεριλαμβάνεται στο συγκεκριμένο έργο, όπως επίσης και στην “Κασέτα του Μελωδία”, στην οποία υπάρχουν διαχρονικές επιλογές από παλιές επιτυχίες του Γιώργου Νταλάρα.
«Είναι η ψυχή μου» ανέφερε χαρακτηριστικά για τις συγκεκριμένες επιλογές στη διάρκεια της συνέντευξής του.
«Αναζητώ τον Θεό μέσα στο άγνωστο»
Μιλώντας για το Άγιον Όρος, που συνδέεται με το έργο «Της Σιωπής ο Τόπος», ανέφερε: “Είναι ένας όμορφος τόπος, απείραχτος. Ο πολιτισμός μπαίνει εκεί με διόδια, ο χώρος προστατεύεται. Αξίζει τον κόπο να τον επισκεφθεί κάποιος και είναι κρίμα που δεν μπορούν να πάνε γυναίκες. Θα έπρεπε, αλλά αυτές είναι οι αρχές και η παράδοση».
Για τη συμμετοχή του στο έργο, ανέφερε: “Είχα αρκετούς λόγους να το κάνω αυτό. Ο Κατσιγιάννης είναι ένας σπουδαίος μουσικός και φίλος. Ένας από τους λόγους είναι γιατί θέλαμε αυτά τα τραγούδια να μην έχουν θρησκευτικό χαρακτήρα, αλλά έναν κοσμικό χαρακτήρα και να παραλληλίσουν τη ζωή ενός ανθρώπου που αναγκάζεται να είναι ή επιλέγει να είναι «μοναχός», μια λέξη συμβολική. Μοναχός μέσα στην πολυκοσμία».
Ακόμη, αποσαφήνισε τη θέση του σε σχέση με την θρησκευτική του προσέγγιση, αναφέροντας: “Εγώ δεν είμαι άνθρωπος θρησκευόμενος. Προσπαθώ όσο μπορώ να είμαι γήινος. Κοιτώ ψηλά, αλλά με έναν ελεύθερο τρόπο χωρίς να δέχομαι την επιβολή, ούτε δογμάτων, ούτε αντιλήψεων. Αναζητώ τον Θεό μέσα στο άγνωστο και μέσα σε αυτό που μας περιβάλλει και δεν μπορούμε με λόγια να το διευκρινίσουμε, ούτε οι θεολόγοι ούτε οι επιστήμονες. Προσπαθούμε ακόμα».
Εξήγησε ακόμη έναν λόγο για τη συμμετοχή του στο συγκεκριμένο έργο, αναφέροντας: “Μπήκα με καθαρή καρδιά γιατί η Λίνα Νικολακοπούλου έγραψε εκπληκτικά λόγια μαζί με την Ελένη Φωτάκη και τον Αγιορείτη ποιητή Αλέξανδρο Φωτεινό.”
Για το έργο «Της Σιωπής ο Τόπος»
Ακόμη, αναφέρθηκε στο ποίημα του Νίτσε, λέγοντας: “O Νίτσε είναι εκείνος που αναζητά τον Θεό και είναι ο πιο άθεος από όλους. Υπάρχει αυτή η αντίφαση που την καταλαβαίνεις, ακούγοντας το τραγούδι».
Στο ερώτημα για το αν πιστεύει ότι υπάρχουν άνθρωποι που σπάνε τα αυτιά μας, κάτι που αποτελούσε βασική προτροπή του Νίτσε, υποστηρίζοντας πως για σε ακούσουν πρέπει να σπάσεις αυτιά, απάντησε ότι: “Πάντα θα υπάρχουν φωνές που θα σπάνε τα αυτιά. Μια από αυτές ήταν ο Ιησούς, αργότερα ο Σπινόζα, λίγο πριν από αυτόν ο Βολταίρος , ο Τζιορντάνο Μπρούνο. Άνθρωποι που με τη θυσία τους και το μεγαλείο τους στάθηκαν απέναντι στο σκοταδισμό και τον απολυταρχισμό περιόδων που αιματοκύλισαν τον κόσμο στο όνομα του Θεού».
Επίσης εξήγησε πως ένας ακόμη λόγος της συμμετοχής του ήταν η επανέγερση της Αθωνιάδας σχολής. Συγκεκριμένα αναφέρει:
“Πηγαίνοντας στον Άθω είδα τα συντρίμμια της Αθωνιάδας σχολής. Ήταν το πανεπιστήμιο του Άθω, η Ακαδημία, η οποία κάηκε το 1821 από τους Τούρκους κατά την περίοδο της παλιγγενεσίας. Εκεί μέσα φοίτησε ο Ρήγας Φεραίος, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο Άνθιμος Γαζής που ήταν και πρόεδρος της σχολής. Έχουμε έναν χώρο που εκείνα τα χρόνια, τα δύσκολα χρόνια, λειτούργησε σαν φάρος. Για μένα αυτός ο σύλλογος ο Μάξιμος ο Γραικός προσπαθεί να καλέσει ή να δημιουργήσει ένα κίνητρο σε ανθρώπους εθελοντές να βοηθήσουν στην επανίδρυση, στο ξαναχτίσιμο αυτής της σχολής το θεωρώ πολύ σπουδαίο.
Επίσης αναφέρθηκε στο δεύτερο ερμηνευτή Jonathan Jackson με ιδιαίτερα κολακευτικά λόγια επισημαίνοντας το σπουδαίο ταλέντο του αλλά και τη δυνατότητα του Ανδρέα Κατσιγιάννη μέσα από τη συμμετοχή του Jonathan Jackson να ανοίγει νέους ορίζοντες: «Ένας νέος άνθρωπος συμπαθέστατος με έδρα στην Αμερική ηθοποιός και τραγουδιστής τραγουδά τις συνθέσεις του Ανδρέα μέσα από ένα πιο κινηματογραφικό χαρακτήρα ενορχήστρωσης. Ο Jonathan είναι φιλέλληνας, του αρέσει η Ελλάδα, αγαπάει την Ελλάδα».
«Η μελωδία τείνει να εξαφανιστεί»
Μιλώντας για τη δεύτερη δουλειά “Η Κασέτα του Μελωδία” παρατήρησε: “Στην εποχή που ζούμε με τις ταχύτητες και το χαώδες περιβάλλον που έχουμε η μουσική δύσκολα αντέχει, αυτό που λέμε εμείς η δική μας μουσική. Υπάρχει δική μας και δική σας; Δεν είμαι σίγουρος. Εγώ πίστευα πάντα ότι η μουσική είναι ένα πράγμα μέσα στην πολυπλοκότητά της, αλλά υπάρχει κοινό που φανατίζεται και νομίζω αυτή η κρισάρα, το κόσκινο του κόσμου με τα πολλά χρόνια κάτι που είναι να αντέξει θα το κρατήσει. Κάτι που έχει μόνο πρόσκαιρη διάρκεια θα το ξεχάσει. Επειδή τα χρόνια που έρχονται η μελωδία τείνει να εξαφανιστεί, γιατί ζούμε σε μια πολύ τεχνολογικά σκληρή εποχή, οι ταχύτητες είναι δύσκολες, οι ρυθμοί και οι ήχοι είναι μηχανικοί, μηχανολογικοί, σιδερένιοι, ο στίχος πια και η ποίηση ίσως έχουν χάσει έδαφος και τώρα μιλάμε με ρίμες, ραπάρουμε, όχι ότι είναι κακά και αυτά γιατί ο κόσμος έχει μια επαναστατική τάση και καλά κάνει, αλλά εμείς είμαστε υποχρεωμένοι κατά κάποιο τρόπο να ακολουθήσουμε, μέχρι να φύγουμε κι εμείς, αυτό που αγαπήσαμε κι αυτό που αγάπησε και η γενιά μας».
Ακόμη, για την επιλογή και έκδοση του “Η Κασέτα του Μελωδία” ανέφερε, σύμφωνα με το protothema.gr: “Είναι κάτι που πάντα το κάνουμε. Άλλωστε το γνωρίζει καλά και ο πατέρας σου Γιώργο (Χατζή)”, μιλώντας για τον αγαπημένο του συνεργάτη Γιάννη Χατζή που με τους ήχους των κρουστών βρέθηκε δίπλα στον Γιώργο Νταλάρα για πάρα πολλά χρόνια. “Ρωτούσαμε τον κόσμο τι θέλετε να ακούσετε και το κάναμε. Έτσι ξεκίνησε και αυτό. Πήρα αυτά τα τραγούδια, μπήκαμε στο στούντιο, έλεγα πάντα κάτι μου λείπει εδώ, κάτι μου λείπει εκεί, να το βάλουμε! Έτσι κάναμε ένα νέο δίσκο και το περίεργο είναι πως ενώ οι εταιρείες δεν έδειχναν προθυμία, η ΜINOS, μόλις άκουσε τα τραγούδια είπε «αυτά έχουν ενδιαφέρον» και θέλω να τους ευχαριστήσω για ό,τι έκαναν».
Οι αρχικές επιφυλάξεις
Περιγράφοντας τις αρχικές του επιφυλάξεις αναφέρει “Στην αρχή έλεγα πάλι τα ίδια, δεν μ’ αρέσει ο ήχος, αλλά μετά κατάλαβα ότι μπορώ να κάνω μια συλλογή τραγουδιών που μπορεί να έχει μέσα την ψυχή μου. Να έχει δηλαδή από το παρελθόν πράγματα. Θα δεις πως ούτε τα μισά δεν είναι δικά μου τραγούδια. Προσπάθησα να βρω κάτι, σκάλισα αυτό το μπαουλάκι στη γωνία του μυαλού μου και βγάζω πού και πού κάποια τραγούδια. Έτσι έκανα και με το «Όταν θα λάβεις αυτό το γράμμα», έτσι έκανα και με το «Καλή τύχη όπου κι αν πας», τα παλιά χρόνια με το «Ήρθα κι απόψε στα σκαλοπάτια σου». Είναι κάτι που το κάνω συνέχεια γιατί εγώ λατρεύω τους παλιούς τραγουδιστές, το παλιό ελληνικό τραγούδι, θεωρώ δασκάλους μου όλους αυτούς τους σπουδαίους από το Μάρκο Βαμβακάρη και τον Τσιτσάνη και όλη την παρέα μέχρι το Θεοδωράκη, το Χατζηδάκη, τον Ξαρχάκο, το Μαρκόπουλο, τον Άκη Πάνου, το Χρήστο Νικολόπουλο όλους αυτούς που έχω τραγουδήσει τον Κουγιουμτζή, το Λοΐζο και, δεν αφήνω όταν έχω ευκαιρία να πω κάτι να το πω κι αυτό έκανα και σε αυτά».
Με ιδιαίτερη χαρά ευχαρίστησε τους συντελεστές και συνεργάτες του που συνέβαλαν στο να πραγματοποιηθεί αυτή η δουλειά με ιδιαίτερη γενναιοδωρία, κάτι άλλωστε που τον χαρακτηρίζει όπως επισήμανε με μοναδικό τρόπο στο παρελθόν ο σκηνοθέτης Κώστας Γαβράς.
«Είναι μια ροκιά με κανονάκι»
Θέλοντας να τονίσει την όμορφη εκτέλεση του τραγουδιού «Σου άξιζε μια καλύτερη αγκαλιά» από τους συνεργάτες του ύστερα από την προτροπή του Γιώργου Χατζή , ανέφερε χαρακτηριστικά: “Είναι μια ροκιά με κανονάκι” και συνέχισε λέγοντας: “Είμαστε λάτρεις του Μπελκάντο” ξεκαθαρίζοντας με αυτό τον τρόπο τη μουσική ταυτότητα και το ύφος των επιλεγμένων τραγουδιών. “Όπως και να έχει η μελωδία θα επικρατήσει παρ’ όλο το τεχνολογικό μας κάδρο, η μελωδία δεν θα φύγει ποτέ από την καθημερινότητα των ανθρώπων. Ο άνθρωπος την έχει ανάγκη. Mε αυτήν ηρεμεί και γλυκαίνει τη ζωή του».
Κλείνοντας τη συνέντευξη και μετά από ερώτηση που του απηύθυνε ο Χρήστος Αηδόνης, χρησιμοποιώντας ως αφορμή στίχο από ποίημα του αγαπημένου Βάσσου Λυσσαρίδη, φίλου του Γιώργου Νταλάρα, αν έχει ανέγγιχτα που τον τυραννούν, ανέφερε: “ Όλοι οι άνθρωποι έχουμε. Άλλοι τολμούν να το παραδεχθούν και άλλοι όχι. Είναι η φύση του ανθρώπου αυτή. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που η αρχαία γραμματεία έχει βάλει σαν ορόσημο την αναζήτηση της Ιθάκης. Είναι σημαντικό στοιχείο αυτό το ελπιδοφόρο μήνυμα πως ό,τι κι αν περάσουμε σήμερα, αύριο υπάρχει κάτι. Αυτό ήταν που φώτιζε και όπλιζε τις ψυχές των ανθρώπων στις μεγάλες επαναστάσεις. Γιατί ζωή και άνθρωπος χωρίς την επανάσταση δεν λογίζεται. Ο άνθρωπος είναι αξιέπαινος για τις επαναστάσεις που κάνει».