Του Νεκτάριου Γεωργόπουλου
Από το Θέατρο Λιθογραφείον, θα έκλεινα τα μάτια μου και θα ονειρευόμουν∙ το Σινέ Παντάνασσα καλοκαίρι, τον κινηματογράφο και το φως του, που αναδύεται μέσα από το σκοτάδι.
Θα θυμόμουν το Γυμνό Οφθαλμό του Νίκου Καββαδία, τις μεταμεσονύχτιες στο Ιντεάλ τη δεκαετία του ’90… και τώρα ο «Πύργος», η «Ελεύθερη Γκαράνς!», το Σχεδόν» μας ταξιδεύουν στην αγάπη, στη συγκίνηση και το όνειρο…κάθε βράδυ Τετάρτης.
Ζήτησα από την Τέτα Χαντζάρα, γλύπτρια και δημιουργό του χώρου Τέχνης «Τέτα», να «κλείσει» σε λέξεις την εμπειρία της από το δια γυμνού οφθαλμού κινηματογραφικό Ταξίδι…
Της Τέτας Χαντζάρα
Βράδυ Τετάρτης, στο θέατρο «Λιθογραφείον», μέσα στη σκοτεινή αίθουσα, με τις σόμπες να πετούν φωτιές δεξιά κι αριστερά, ρίχνοντας κλεφτές ματιές στο «μαγικό» πατάρι, όπου κατοικεί για πάντα ένα ακριβό κομμάτι του εαυτού μου, περιμένω να ξεκινήσει άλλη μία προβολή ταινίας του «γυμνού οφθαλμού»
Ο Νίκος Καββαδίας, με την χαρακτηριστική του ευφράδεια, θα ξεκινήσει τον απολαυστικό του, εξομολογητικό μονόλογο που σε γειώνει σαν να περπατάς ξυπόλυτος στο χώμα και σε παίρνει μαζί του όπου χτυπάει μια ζεστή καρδιά, όπου φωλιάζει το όνειρο, όπου αγγίζονται οι ψυχές των ανθρώπων.
Θα μοιραστεί με τους κινηματογραφόφιλους, σιν-οδοιπόρους του, «γυμνοφθαλμίτες» άλλο ένα διαμάντι που θα έχει ξεχωρίσει η καλογυμνασμένη, ευαίσθητη, βαθειά ανθρώπινη ματιά του
Κι όλοι εμείς, σιν-ταξιδιώτες, ονειροπόλοι, που τον εμπιστευόμαστε τυφλά, θα τον ακολουθήσουμε για χρόνια στους κινηματογράφους της πόλης και παντού.
Όπως στις θρυλικές μεταμεσονύχτιες προβολές ή όπως τότε, έξω από το σπίτι του Γιάννη του Αδαλόπουλου, του πρόωρα χαμένου φίλου μας, όταν «έστησε» μια ειδική προβολή προς τιμήν του, επειδή ο «γυμνός οφθαλμός» πάει όπου πάει η καρδιά του και επειδή ο Νίκος, έτσι τιμά τους φίλους του και έτσι γιατρεύει τις πληγές του.
Θα τον ακολουθήσουμε και στο μαγικό «Σινέ Παντάνασσα». Το ωραιότερο Σινέ της γης! Που γεννιόταν βράδυ και σε λίγες ώρες πέθαινε, γινόταν πάλι πεζόδρομος. Στο κατηφορικό δρομάκι, Παντανάσσης και Καραϊσκάκη, με τα παλιά νεοκλασικά από τη μία πλευρά και το στηθαίο της πλατείας από την άλλη να το αγκαλιάζουν, με τους ήχους από τα skateboards των παιδιών στην πλατεία, το ρολόι της εκκλησίας της Παντάνασσας να χτυπάει ακριβώς πάντα στο σωστό σημείο της ταινίας, την ζέστη του καλοκαιριού, την ησυχία της νύχτας, τον Νίκο να μας υποδέχεται σαν να είναι στο σπίτι του κάθε φορά. Να μας καλωσορίζει, να προλογίζει και να «κερνάει» την ταινία, να συνομιλεί με τους σκηνοθέτες μέσω skype ή και να τους φέρνει ολοζώντανους εκεί για τους σιν-ενόχους του.
Μια τελευταία κουβέντα μαζί του στο τέλος και το περπάτημα της επιστροφής μέσα στην πόλη, με την ταινία ακόμα να «παίζει» μέσα στο νου…
Θυμάμαι κάποιο βράδυ, στις πιο πολυτελείς ξαπλώστρες της γης, κοιτάζοντας τη θάλασσα του Πατραϊκού, να μου εξιστορεί τις περιπέτειές του στο μακρινό «Μπραζίλι»..
εκεί που, όπως υπέροχα θα γράψει, «φυγάδευσε την δική του Πάτρα, εδώ και κάτι χρόνια, στην Πόλη των Καλών Ανέμων και στο ποτάμι του Αγίου Ιανουαρίου» γιατί «στην Πάτρα την δική του, ο Ποιητής «κόβει» τρυφερά τον στίχο του και του τον δίνει να τόνε βάλει πάνω στην πληγή να μην πεθάνει από ακατάσχετη πλήξη»..
Μόνο ταξίδια με τον Νίκο… από την ίδια του τη ζωή, που θα μπορούσε να είναι σενάριο κινηματογραφικής ταινίας μέχρι τους κόσμους που ζωντανεύουν πάνω στο μαγικό πανί του «γυμνού οφθαλμού»
Μια ζωή ταλαιπωρία, όπως λέει κι ο ίδιος, μέχρι την στιγμή που θα βρεθεί μπροστά από το φως της μεγάλης οθόνης.
Αν μετριόταν η αγάπη του για το σινεμά σε κινηματογραφικά καρέ, θα είχε κάνει τον γύρο της γης πολλές φορές. Όμως δεν χρειάζεται να πάει μακριά γιατί ο «γυμνός οφθαλμός» κατοικεί εντός του, το «Σινέ Παντάνασσα» είναι μέσα στην καρδιά του και στις καρδιές των σιν-οδοιπόρων του
Εξαιρετικός γνώστης των κινούμενων εικόνων, στον μοναχικό του αγώνα, με εξωφρενική ταπεινότητα, εξυψώνει διαχρονικά τις ψυχές μας, την αισθητική μας με ταινίες που βλέπουν λίγα μάτια σ’ αυτόν τον πλανήτη, αφτιασίδωτες, όπως η πραγματική ζωή, που ξεχειλίζουν από ταλέντο και ανθρωπιά.
Πώς να τον ευχαριστήσει κανείς γι’ αυτά που δεν θα βλέπαμε ποτέ αν δεν ήταν αυτός στην πόλη, για τα υπέροχα και μοναδικά ταξίδια που κάναμε και κάνουμε μέσα από τον γυμνό του οφθαλμό κι απ’ την ζεστή του την καρδιά…
Με τον φίλο μου τον Νίκο θα γυρίσουμε κι απόψε στα σπίτια μας, σαν από ταξίδι, με τα μάτια γεμάτα σινεμά, θα ανοίξει την πόρτα του αυτοκινήτου και θα πούμε: «καληνύχτα φιλαράκι…»
Υ.Γ. Αν αφουγκραστούμε καλά, θα βρούμε ίσως πού χτυπάει αληθινά η καρδιά αυτής της πόλης, γιατί έχει καρδιές που χτυπούν δυνατά κι έτσι θα μπορούμε να το διηγηθούμε μετά από χρόνια χωρίς να αναρωτιόμαστε αν μιλάμε για την ίδια πόλη..
ο Νίκος Καββαδίας, photo: Χρήστος Τσάκαλος